Στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Αγίου Κηρύκου, στη δέκατη τέταρτη προθήκη, εκτίθενται ευρήματα από τη νεκρόπολη (8ος - 2ος αιώνας π. Χ) που έφερε στο φως η σκαπάνη στα Νέγια. Σχεδόν 2.500 χρόνια μετά, οι Καριώτες επέστρεψαν στον ίδιο τόπο, αυτήν την φορά όχι για να ενταφιάσουν τους νεκρούς τους, αλλά για να ξορκίσουν τους ανέμους, θάβοντάς τους βαθιά μέσα στη γη με μαγικές τελετουργίες, προσπαθώντας να δαμάσουν την ισχύ της φυσικής τους δύναμης. Πρόκειται για το έθιμο των ανεμοταφίων, που ονοματοδοτεί έκτοτε και την ομώνυμη περιοχή στην ανατολική Ικαρία (Ανεμοτάφια Κιονίου). Στον ίδιο τόπο λοιπόν θαμμένα τα παντοδύναμα μα ακατάλυτα στοιχειά, ο αέρας που ακατάπαυστα στη Νικαριά λυσσομανά κι ο πανδαμάτωρ θάνατος, λες και η μνήμη της γης, οδηγεί τους ανθρώπους που την κατοικούν, να χαράζουν τις ίδιες διαδρομές επάνω της στο πέρασμα των αιώνων.
Ένα από τα ευρήματα της νεκρόπολης ήταν και μια κύλικα, αγγείο πόσεως του οίνου, ο οποίος στην αρχαιότητα πάντοτε ανακατευόταν με νερό. Στη βάση αυτής της κύλικας, υπάρχει μια εγχάρακτη επιγραφή μίας μόνο λέξης. Κι είναι γραμμένη έτσι, ώστε όταν ο κάτοχός της, κατά τη διάρκεια του συμποσίου/τσιμπουσιού, σήκωνε το αγγείο πίνοντας τον «κεκραμένο οίνο» του, να την καθιστά ορατή στους συμπότες του: ΑΠΟΛΟΦΑ.
ΑΠΟΛΟΦΑ, από το συνηρημένο ρήμα λωφάω-ώ (σε έγκλιση προστακτική, δεύτερο πρόσωπο = εσύ, χρόνου ενεστώτα) και την πρόθεση "από".
Το λωφάω-ώ συναντάται ήδη στα ομηρικά έπη, γεγονός που καταδεικνύει την χρήση της λέξης από πολύ παλαιότερα. Στην Ιλιάδα λοιπόν, στη ραψωδία Φ, η Αθηνά σπεύδει στο πεδίο της μάχης να κατευνάσει τον ποταμό Σκάμανδρο, γιατί οργισμένος καθώς είναι από τα σώματα των νεκρών Τρώων που μολύνουν τα γεμάτα αίμα νερά του, φουσκώνει τις όχθες του κι ορμά να πνίξει με τεράστια κύματα τον Αχιλλέα, που με το πολεμικό του μένος έχει προκαλέσει όλην αυτήν τη σφαγή.
«Απ’ το ποτάμι δεν σου τό ‘γραψεν η μοίρα να πεθάνεις. Θα γαληνέψει γρηγόρα, θα το ιδείς κι ατός σου», καθησυχάζει η Αθηνά τον τρομοκρατημένο ήρωα.
...αλλ’ όδε μεν τάχα λωφήσει....
Σύμφωνα με το ομηρικό λεξικό του Πανταζίδη (Αθήνα 1888), το ρήμα προέρχεται από τη λέξη λόφος, που σήμαινε το λοφίο (η χαίτη, αλλά και το λοφίον της περικεφαλαίας, αυτό που προεξέχει, εξού και ο λόφος με τη σημερινή του έννοια), κι αφορούσε την κίνηση που έκαναν τα υποζύγια όταν απελευθερωνόταν ο τράχηλός τους από τον βαρύ ζυγό, κουνώντας το κεφάλι και την χαίτη τους. Μεταφορικά λοιπόν σημαίνει χαλαρώνω, ξεκουράζομαι, κι επομένως ησυχάζω, ηρεμώ και «λαμβάνω αναψυχήν».
Από τότε, η λέξη συνεχίζει το ταξίδι της μέσα στον χρόνο και την ελληνική γεωγραφία, γεννώντας άλλες και δημιουργώντας οικογένειες αλλά και καινούρια απρόσμενα νοήματα που αποτυπώνονται σαν δερματοστιξία στο κορμί της γλώσσας: από τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη (Ἁφουγκράσου! Πῶς τ' ἀηδόνι λούφαξε στὴν ἐρημιά, «Νύχτα βασάνου»), και τα στιχάκια του Τζίμη Πανούση (ένας φαντάρος έκανε λούφα μα τον επιάσαν -ήτανε λούμπα, από τον πρώτο δίσκο των Μουσικών Ταξιαρχιών), ώς τη δημοφιλέστατη «Λούφα και Παραλλαγή» του ελληνικού κινηματογράφου και τους κάθε λογής λουφαδόρους της νεοελληνικής μας παθογένειας.
Αν επιστρέψουμε όμως πίσω από εκεί που ξεκίνησαμε αυτήν τη δαιδαλώδη διαδρομή, κι ακολουθήσουμε ένα άλλο μονοπάτι, πολύ λιγότερο γνωστό από την γλώσσα του Ομήρου, η μνήμη θα οδηγήσει τα βήματά μας στην καριώτικη ντοπιολαλιά. Ο Ιωάννης Μελάς, στο έργο του Ιστορία της νήσου Ικαρίας, στο κεφάλαιο για την ικαριακή διάλεκτο, παραθέτει εκτός των άλλων τη λέξη πολωφάνω που σημαίνει αναπαύομαι... Κι έτσι, μιαν αόρατη κλωστή, έρχεται να ενώσει τόσο απλά, ολόισια κι ολόγερα το χθές με το σήμερα της Ικαρίας, αποδεικνύοντας πως όχι μόνο η γη, αλλά και οι λέξεις θυμούνται.
ΑΠΟΛΟΦΑ λοιπόν επιτάσσει ο αρχαίος καριώτης συμποσιαστής.
ΑΠΟΛΟΦΑ, ένα ρήμα συνηρημένο σε έγκλιση προστακτική, δεύτερο πρόσωπο, ενικού αριθμού, χρόνου ενεστώτα: εσύ, που πίνεις μαζί μου σε τούτο το τραπέζι αυτό το κρασί που είναι κόκκινο κι αψύ, φτιαγμένο από μιά ποικιλία που οι μύθοι λένε ότι πρώτος φύτεψε ο Διόνυσος στον Πράμνο, χαλάρωσε, κι απόλαυσε χωρίς τις έγνοιες της ζωής, αυτήν τη στιγμή, το τώρα, τον παρόντα χρόνο, την ευλογημένη ώρα της συμπόρευσης και της ευδαιμονίας, πού ΄ναι αδειανή από τον φόβο του θανάτου.
Στα πανηγυράκια, τις ονομαστικές γιορτές και τις βεγγέρες, στα ζεύκια τα ικαριακά.
Άννα Καλαλή για το ikariamag.gr
Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις από τις φιλοξενούμενες πένες.