Πάλι στην Ικαρια!!;; Τον κοίταξε με δυο μάτια που πετούσαν σπίθες, την κοίταξε κι αυτός πελαγωμενος μην ξέροντας τι να της πει.
Σκέφτηκε να θυμωσει, να υψώσει φωνή, μα λουφαξε σαν κουτάβι με τα αυτιά κατεβασμένα, κυρίως γιατί αυτή η αντίδραση έπιανε τόπο, αγγίζοντας τις ευαίσθητες γυναικείες χορδές της.
Όμως “όλα μου τα καλοκαίρια εκει θα τα χαραμισω;” συνέχισε εκείνη. “Με τη μάνα σου και τις αδερφές σου και τα χίλια ξαδέρφια σου; Έχει κι αλλα μέρη η χώρα, ξέρεις”, είπε.
Αυτός κεραυνοβολημενος- γιατι μόνο με το να σε χτυπήσει κεραυνός συγκρίνεται το να σου στερήσει κάποιος το καλοκαίρι στην Ικαρία- ψέλλισε “μόνο λίγες μερες, αγάπη μου...”. Μα μάταια!
Ήθελε να της πει το “εκεί με γνώρισες" και το "αφού έκανες παρέα με τις ξαδέρφες μου" και το "ο κήπος της μάνας έχει βιολογικά απ’ όλα" και το “αφού σου άρεσε” και το “αφού πήγαινες κάθε χρονο πριν γνωριστούμε”.
Κατά βάθος ήθελε να της πει οτι ζήλευε τις αδερφές του που οι άντρες τους κατέβαιναν πριν απο αυτές στο νησί και κάθε βράδυ έβγαιναν στο μπαρ και τα παιδιά τούς φώναζαν “οι γαμπροί”, και δώσ’ του τα σφηνάκια, οι πλάκες και οι αντρικές αγκαλιές -δηλαδη τα συντροφικά χτυπήματα στις πλάτες.
Ήθελε να της πει οτι ονειρευόταν να τη δει με τη μάνα του, να μαγειρεύουν μπουρεκακια στην κουζίνα κι αυτός να διαβάζει στην αυλή εφημερίδα. Ήθελε να της πει οτι λαχταρούσε ένα μεγάλο τραπέζι γεμάτο ξαδέρφια στο καφενείο και να μη χωράνε, κι αυτός να φέρνει καρέκλες απο την ταβέρνα δίπλα, κι αυτή να γελάει χαρούμενη και όλοι να καμαρώνουν τι σπουδαία νυφη κάμανε -όχι πια ξένη, μα σχεδόν Καριωτίνα!
Σκεφτόταν να της πει πως η καρδιά του ήταν μισή χωρίς οικογενειακές διακοπές, κι ότι κάθε φορά που εκείνη δεχόταν να τον συνοδεύσει, αυτός κέρδιζε χρονια και δυνάμεις για δύσκολους χειμώνες. Σκεφτόταν πόσο το “κάπου αλλού” ξαφνικά ηταν χειρότερο απο το “ανεπρόκοπος”, απο το “βλάκας”, απο το “χωρίζουμε”. Σκέφτηκε ακομα να της πει να μη ζηλεύει τις ξαδερφες του αλλα αυτό θα σήμαινε σύρραξη και σάιλεντ τρίτμεντ που λένε και στο χωριο του.
Σκέφτηκε ίσως κι εμένα που αλαζονικά ύψωνα τη φωνή ένα βράδυ και δηλωνα πως όποιος δεν αγαπάει το νησι μου, δεν έχει θέση δίπλα μου και μου θύμωσε για λίγο.
Όταν σηκώθηκε απο τον καναπέ, τα εισιτηρια έγραφαν ένα νησι που δεν άρχιζε απο γιωτα κι έτσι δε νοιάστηκε να δει ποιο ειναι. Έκλεισε στην αγκαλιά του τη νυφη κι ανάμεσα τους, τον τρυπουσε το αγκάθι να περάσει δέκα μέρες σκεφτόμενος πως στο χωριο του όλα όλοι τα κάνουν καλυτερα.
Δωροθέα Τεμπέλη
doratempeli@yahoo.gr
Σχετικό: Ο ξένος
Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις της Δωροθέας Τεμπέλη.