Η Κατοχή, η Αργεντινή και η ζωή μιας καριωτίνας χαμένη στη σύγχρονη Ιστορία της Ελλάδας. Η ιστορία που ακολουθεί είναι πραγματική, αλλά χρησιμοποιούνται άλλα ονόματα επειδή πολλοί από τους πρωταγωνιστές ζουν σήμερα ανάμεσά μας.
Η Eλένη γεννήθηκε περίπου του 1920 σ΄ένα χωριό της δυτικής Ικαρίας. Όπως όλα τα επαρχιωτόπουλα της εποχής εκείνης, ακολούθησε πολύ μικρή τον δρόμο της προσφυγιάς και βρέθηκε στις αρχές του 30 εργάτρια στα εργοστάσια της Νέας Ιωνίας στην Αθήνα. Σε ηλικία 16 ετών περίπου οργανώθηκε στο σωματείο των κλωστοϋφαντουργών και ξεκίνησε συνδικαλιστική δράση ενώ παράλληλα ήταν και μέλος του παράνομου τότε ΚΚΕ.
Η πανέμορφη Ελένη έγινε πολύ σύντομα γνωστή σε όλα τα εργοστάσια της περιοχής και φυσικά πρώτη και καλύτερη στις καριώτικες (και όχι μόνο) παρέες, τις βόλτες και τα γλέντια της νεολαίας. Πάντα όμως πρώτη στην συνδικαλιστική (και κομματική) δράση σχεδόν σε όλο το λεκανοπέδιο της Αττικής.
Τότε την γνώρισε ο Βαγγέλης Γεωργίου μεσαίο στέλεχος του ΚΚΕ της Αθήνας. Γεννημένος σε μεγάλη πόλη της βόρειας Ελλάδας, από μικροαστική οικογένεια, λάτρης του καλού ντυσίματος, γοητεύτηκε από την ομορφιά της ωραίας και δραστήριας καριωτίνας, με την οποία δημιούργησε σχέση στα πιο δύσκολα χρόνια, δηλαδή λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος και μέσα στα μαύρα χρόνια της δικτατορίας του Μεταξά.
Ο Βαγγέλης στα τέλη της δεκαετίας του 30 και την περίοδο του πολέμου, εξελίσσεται σε αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, αφού λίγο πριν τον πόλεμο είναι στο στόχαστρο, τόσο των ξένων υπηρεσιών αντικατασκοπίας , όσο και του κομματικού μηχανισμού του ΚΚΕ το οποίο (όχι επίσημα) τον θεωρεί πράκτορα ξένων υπηρεσιών. Την εποχή αυτή, ιστορίες σαν του Βαγγέλη (είναι πολλές) ξεκαθαρίζονται με απόλυτα συνοπτικές διαδικασίες(συνήθως με άμεση εκτέλεση του υπόπτου). Ο Βαγγέλης για μεγάλο χρονικό διάστημα κυκλοφορεί παράνομα στην Αθήνα (πάντα με όπλο στη τσέπη) και το κύριο κρησφύγετό του είναι το μικρό δωμάτιο της αγαπημένης του Ελένης στη Νέα Ιωνία.
Το 1944, την πιο δραματική χρονιά της Αθήνας (και της Ελλάδας), η Ελένη φέρνει στη ζωή μια κόρη και σε λίγους μήνες χάνονται τα ίχνη της, του παιδιού της, όσο και του Βαγγέλη Γεωργίου ο οποίος καταζητείται φανερά πια από όλους.
Μεταγενέστερες πληροφορίες (όχι επιβεβαιωμένες) αναφέρουν ότι ο Βαγγέλης πιθανότατα να είχε διαφωνήσει με την επίσημη τότε θέση του κόμματος και αυτός να ήταν ό λόγος που όντας ανεπιθύμητος από όλους έπρεπε να εξαφανιστεί το ταχύτερο δυνατό.
Τα χρόνια περνούν η Ελλάδα ζει το δράμα της, μετεμφυλιακό κράτος, δικτατορία κλπ. αλλά από την μακρινή εποχή της Νέας Ιωνίας και της όμορφης καριωτίνας πλήρης σιγή. Κανείς δεν γνωρίζει αν ζουν, αυτή, το κοριτσάκι της, ο άντρας της.
Πού βρίσκονται και τι έγιναν εκείνες τις δύσκολες μέρες του χειμώνα 44 με 45; Σιγά – σιγά ξεχνιούνται τόσο η Ελένη όσο και η προσωπική της ιστορία……
Πέρασαν πολλά χρόνια. Χειμώνας του 1974, λίγοι μήνες έχουν περάσει από την πτώση της δικτατορίας στην Ελλάδα και στο μικρό χωριό της δυτικής Ικαρίας, εμφανίζεται μόνη μια ηλικιωμένη, λιγομίλητη σχεδόν απόκοσμη κυρία, η οποία εγκαθίσταται σε ένα παλιό (πατρικό) σχεδόν ερειπωμένο σπίτι. Την γνωρίζουν οι λιγοστοί γείτονες και 1-2 καταστηματάρχες που έρχονται σε επαφή μαζί της, μόνο για τα βασικά. Αρνείται πεισματικά να δώσει περισσότερα στοιχεία και σχεδόν παρουσιάζεται σαν «κυνηγημένη» από ξωτικά και τα ηλεκτρόνια που αιωρούνται παντού. Καμία κουβέντα και πλήρης σιγή όταν την ρωτούν για τη ζωή της. Ακόμη χειρότερα όταν κάποιοι τολμούν να ρωτήσουν τις απόψεις της για την πολιτική ή το κόμμα που υπηρέτησε τα δύσκολα χρόνια. Πλήρης αποχή.
Για να κλείσει ο κύκλος αυτής της ιστορίας, έπρεπε να βρεθεί κάποιος να μας δώσει πληροφορίες για την ζωή της Ελένης (αυτή είναι η ηλικιωμένη κυρία που βρέθηκε στον τόπο της μετά από χρόνια). Ο άνθρωπος αυτός ήταν ο γιός της (γεννημένος τις αρχές του 50) που ξεκίνησε από πολύ μακριά αναζητώντας την μητέρα του. Τον χειμώνα του 1975 στο καριώτικο καφενείο του Καστανιά στον Πειραιά παρουσιάστηκε ένας νεαρός με σπαστή προφορά των ελληνικών, ψάχνοντας την χαμένη μητέρα του την Ελένη.
Η Ελένη με τον Βαγγέλη και την μικρή κόρη τους, τον χειμώνα του 1944 κυνηγημένοι από όλους, εξαφανίζονται με κατεύθυνση την μακρινή Αργεντινή, όπου και εγκαθίστανται. Ζουν μαζί περίπου 10 χρόνια και αποκτούν ένα ακόμη παιδί αρχές του 50. Στα μέσα του 50 η Ελένη και ο Βαγγέλης χωρίζουν και συνεχίζουν να ζουν στην Αργεντινή, η Ελένη με την κόρη και ο Βαγγέλης που κάνει νέα οικογένεια παίρνει μαζί του τον μικρό γιό τους. Η κόρη μεγαλώνει σπουδάζει Ιατρική, αλλά μέσα στα δύσκολα χρόνια της δικτατορίας του Βιντέλα, αυτοκτονεί και η Ελένη μένει μόνη, έρημη και απελπισμένη σε μια μακρινή χώρα. Άντεξε πολλά και για πολύ καιρό, αλλά μετά τον χαμό της κόρης της, σχεδόν έχασε τα λογικά της. Προσπάθησε να σταθεί στα πόδια της αλλά μόνη στην ξενιτιά δεν τα κατάφερε. Πήρε την μεγάλη απόφαση και το 1973 επιστρέφει στην Ικαρία, κλείνοντας όλες τις πόρτες πίσω της ακόμη και την επικοινωνία με τον γιό της. Εγκαταστάθηκε στο χωριό της όπου και πέθανε πριν λίγα χρόνια (αφού έζησε αρκετό καιρό και στο Γηροκομείο Ικαρίας), παίρνοντας μαζί της την απίστευτη ιστορία, γεμάτη ένταση και δράματα.
Δυστυχώς παρά τις προσπάθειες που έγιναν από φίλους γνωστούς και συγγενείς η Ελένη δεν άνοιξε ποτέ το στόμα της, δεν μίλησε για την ζωή της.
Η ιστορία αυτή είναι αφιερωμένη στην καριωτίνα, την γυναίκα, τον άνθρωπο.
Φλεβάρης 2012
Α.Β. Σοφρανικός για το ikariamag.gr
Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις από τις φιλοξενούμενες πένες.