Δώστου, δώστου, δώστου πέρα, μακριά πολύ όσο δεν φτάνεις και όσο δεν τους φτάνεις.
Όσο δε φαντάστηκες ότι μπορεί να φτάσεις, ως εκεί που ονειρεύτηκες και ως εκεί που δε μπορεί κανείς να σε γυρίσει, δώστου πέρα και πιο πέρα, από κάθε όριο, να σε ψάχνουν και εσύ να μην αναγνωρίζεις τον εαυτό σου και να μη γυρνάς να δείς τι αφήνεις.
Δώστου φουστανιού σου αέρα, να μη μπορώ καν να σε προλάβω και μαζί και εγώ να τρέχω να σε περάσω στο ταξίδι σου και αντί να ζηλεύω, να πηγαίνουμε παρέα.
Δώστε του για να πρυμίσει, το γέλιο, το δάκρυ και ο χορός να πάρουν χρώμα. Να ομορφαίνουν και να μιλάμε μονάχα γι' αυτά που μας κινούν και συγκινούν την ψυχή και τις αισθήσεις. Να νοστιμίσει. Να έχει νόημα η πράξη και γεύση. Τίποτα άνοστο να μη σερβίρουμε απόψε.
Και εσύ καημένη γραι, χόρευε, μπες στον χορό, βοήθαμε να πάω πέρα και πιο πέρα, χωρίς εσένα δε μπορώ. Θέλω να δω τα πόδια σου να διπλώνουν στο χορό στο χώμα και εγώ να μάθω, να κλέψω τη χάρη του τσαλιμιού σου, που τόσα χρόνια κοιτώ και παρακαλώ, να σταθώ δίπλα σου, να σε βαστώ, τη στιγμή που απλόχερα το παρελθόν σου όλο μου χαρίζεις και τώρα με βλέπεις και με καμαρώνεις, χαίρεσαι στη χαρά μου και κλαις κρυφά που σέρνω πρώτος τον χορό. Και εσύ γέρο, που το μπαστούνι σου σηκώνεις ψηλά με το δεξί το χέρι και με το άλλο βαστάς της ζωής τον κύκλο, σαν να ναι ο κόσμος όλος αυτή η συντροφιά, δες με πώς πηδώ και πώς σαρτεύω.
Τούτη η γης που την πατούμε, αυτή η όμορφη γη που ανθίζει και λουλουδίζει, αυτή που σαν την αντικρίζεις από την πλώρη σβήνεις και τα πόδια σου δεν ηρεμούν, παρά μόνο όταν την φτάσεις. Αυτή η γη που μοσχοβολά θρούμπι, θυμάρι, ρίγανη. Αυτή η γη που αλλάζει χρώμα κάθε εποχή. Ετούτη η στεριά που η θάλασσα με μανία χτυπάει και αυτή δεν κάνει πίσω και δεν υποχωρεί για να σε κρατάει ζωντανό και δυνατό, αυτή η γη που σε γεννάει, αυτή και θα σε πάρει . Δίκαια ή άδικα, νέους, γέρους, δεν κοιτά δε λογαριάζει. Ω και τι χαρούμενος αιώνιος ύπνος στις αγκάλες της. Ας με πάρει μέσα της μαζί και με τους άλλους, ευτυχισμένη θα ‘μαι.
Πού θα πάμε Συμπεθέρα;…..δεν έχει σημασία …δεν γεννηθήκαμε γι' αυτό, δεν ψάχνω κατάληξη και λιμάνι. Στο κάτω κάτω δε θέλω να φτάσω, θέλω να πηγαίνω, θα πάω παντού, θα πάω και στα δύο, θα πάω πέρα. Γεια χαρά σου συμπεθέρα, χάθηκα. Θα ανταμώνουμε, πάντα θα ανταμώνουμε στον γιαλό ή στον Αθέρα.
Πέρα στου χωριού τη βρύση, εκεί που όλα γίνονται και κανείς δε βλέπει να τα ομολογήσει, εκεί που η αλήθεια κρύβεται αλλά όλοι την γνωρίζουν, εκεί που όλοι συναντιούνται μα ξέρουν πως στο τέλος θα’ναι μόνοι, τον Καριώτικο έχουν στήσει.
Ηλέκτρα Παπασιμάκη
e.papasimakis@gmail.com
Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις της Ηλέκτρας Παπασιμάκη.