Στην πόλη τα καλοκαίρια ξημερώνει αλλιώς. Ακόμη πριν βγουν οι πρώτες ακτίνες του ήλιου, βγαίνουν τα πρώτα αυτοκίνητα. Κάτι ξεχασμένα πουλιά προσπαθούν να συμβάλουν στη μαγεία της ανατολής αλλά τα προλαβαίνει η βοή των μηχανών. Ο ήλιος σκάει ξεθωριασμένος κι ας είναι καινούριος, πασχίζει να περάσει τις πρώτες ακτίνες του ανάμεσα από πολυκατοικίες και τα αποκαλυπτήρια είναι θλιβερά. Μάταια προσπαθεί να δώσει λίγο χρώμα στο γκρι. Σου ‘ρχεται να τον λυπηθείς. Μετανιώνεις όμως γρήγορα για τον οίκτο που έδειξες, αφού ακόμη δε βγήκε για τα καλά και σ’ έχει κάνει να «κολλάς».
Αυτόματα σκέφτεσαι τις διακοπές και ο συνειρμός σε πάει στο λιμάνι του Πειραιά που θα πρέπει να διασχίσεις, μέσα στην κίνηση της εξόδου των διακοπών και τη ζέστη, για να το ξεπεράσεις ιδρωμένος και να φτάσεις στη δουλειά..
Δε μετράς μέρες, γιατί αν αρχίσεις να τις μετράς από τώρα δε θα περάσουνε ποτέ.. Κάνεις τον αδιάφορο. Και προσπαθείς να διώξεις τις σκέψεις τις κακές, τις σκέψεις που δεν πρέπει να κάνεις. Όχι σου λέω, πουθενά δεν συμβαίνει, πουθενά δε βγαίνει ο ήλιος από τη θάλασσα, και δεν τον συνοδεύουν μεθυσμένα πουλιά, μην το σκέφτεσαι. Πουθενά δε βρίσκει τα χρώματα και τα χαμόγελα έτοιμα, τη ζωή ζωντανή και όχι νυσταγμένη, χαρούμενη σε κύκλο χορού πλήθος.
Αποκλείεται, να ξέρεις, αυτή την ώρα κάποιοι να λένε καληνύχτα και να απομακρύνονται αγκαλιασμένοι και χαμογελαστοί με τον ήχο ενός βιολιού. Θα το φαντάστηκες. Αυτά δεν συμβαίνουν πουθενά. Έλα σήκω τώρα, ξεκίνα, έχεις αργήσει.
Άκου κι ένα τραγουδάκι να σου περάσει...
η Φαηδόνα
Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις της Φαηδόνας.