«Θυμάμαι πριν από τρία, τέσσερα χρόνια που βλέπαμε στην τηλεόραση εκείνο το ριάλιτι, το “Αγρότης μόνος ψάχνει”, και ξεραινόμασταν στα γέλια με την παρέα μου. Πού να φανταζόμουν;».
Επτά και μισή το πρωί, και ο Στέλιος Παπαλέξης στο τηλέφωνο ξεκινάει να μιλάει χωρίς καν να τον ρωτήσω. Εχει ήδη τρεις ώρες ξύπνιος και είναι ο εφιάλτης κάθε δημοσιογράφου – «έχω δουλειές μετά. Εχω να πάω στον γεωπόνο για τα φυτοφάρμακα», λέει όταν επιχειρώ να μετακινήσω για αργότερα το τηλεφωνικό μας ραντεβού. Στο ακουστικό, τον ακούω σαν να γελάει. «Ξέρω πολύ καλά», μου λέει, «τι μπελάς είμαι που σου κλείνω ραντεβού μες στα ξημερώματα. Μην ξεχνάς πως μέχρι πρόπερσι κι εγώ μια δουλειά σαν τη δουλειά σου έκανα!».
Μέχρι το 2010, ο Στέλιος δούλευε λογιστής σε ένα μεγάλο κατάστημα πώλησης ηλεκτρικών συσκευών. «Ηρθα με το μάστερ μου στα Οικονομικά από το Μάντσεστερ και ξεκίνησα το 2001», μου εξηγεί. «Ο πρώτος που θα έμπαινε στο γραφείο και ο τελευταίος που θα έφευγε. Ολη μέρα στη δουλειά, όλο το βράδυ στο σπίτι με τα χαρτιά. Από τη δεύτερη χρονιά, έμαθα πώς λειτουργεί το σύστημα, χαλάρωσα και λίγο...». Και μετά, ήρθε η κρίση. «Αμα είσαι λογιστής, τα βλέπεις τετράγωνα τα πράγματα», λέει ο Στέλιος. «Δεν έχεις μισθό, άρα δεν έχεις λεφτά για ενοίκιο. Και αφού το μόνο δωρεάν σπίτι είναι αυτό του παππού στην Αρτα, πού αλλού να πας;».
Ο Στέλιος τώρα μένει ένα χιλιόμετρο έξω από την Αρτα, ξυπνάει στις 5 κάθε πρωί. Με το τζιπάκι του, φεύγει κατευθείαν για το χωράφι. «Να δεις πλάκα στην αρχή που πήγα να τσαπίσω με τα stansmith και χώθηκα στο χώμα μέχρι τη γάμπα!», λέει και γελάει.
Το κτήμα είναι «απ’ αυτά τα περιουσιακά στοιχεία που μέχρι να ξεσπάσει η κρίση ούτε που τα υπολογίζαμε», το τζιπ είναι το αυτοκίνητο που αγόρασε το 2007 «και που ποτέ δεν το φανταζόμουν φορτωμένο μελιτζάνες και μαρούλια!». Και όσο για την πρώτη σοδειά... «τον Φεβρουάριο θα σου πω», κάνει ο Στέλιος. «Τότε θα αποφασίσω και αν μπορώ να γίνω κανονικός αγρότης, με δήλωση καλλιέργειας, με εγγραφή στον ΟΓΑ κι όλα τα άλλα».
Οπως και να ’ναι, τις πρώτες απώλειες τις έχει ήδη υποστεί. «Η μητέρα μου το πήρε καλά – “ό,τι νομίζεις αγόρι μου”, μου είπε. Η κοπέλα μου, όμως, όχι. Το τελικό χτύπημα ήρθε όταν της είπα πως δεν έχει διακοπές εφέτος γιατί πρέπει να κάνω λιπάνσεις και ραντίσματα».
Απ’ το βιβλίο στον κασμά
Αλλά βέβαια, αυτές δεν είναι οι πιο βαριές απώλειες για τους νέους αγρότες. «Το χειρότερο είναι να σου καεί η σοδειά», λέει ο Νίκος Πλακάς. Τον ρωτάω τι καλλιεργεί. «Κηπευτικά», μου απαντάει. «Να ζήσουμε πρώτα. Τώρα μπαίνω στον δεύτερο χρόνο». Τον ρωτάω αν ήταν δύσκολο στην αρχή. «Ακόμα είναι!», λέει. «Σκέψου πως εγώ μέχρι τα 40 μου, το μόνο που είχα πιάσει στα χέρια μου ήταν βιβλία. Οπότε στην αρχή που δεν ήξερα από ξυνάρι και κασμά, έβγαλα κάτι φουσκάλες, που ούτε στο γυμναστήριο δεν είχα βγάλει ποτέ!».
Ο Νίκος έχει κάνει αυτό που τώρα αποκαλεί «εντελώς άχρηστες σπουδές»: πρώτο πτυχίο από την Πάντειο και μετά Μάστερ στην Κοινωνιολογία στο Λονδίνο. Οταν γύρισε στην Ελλάδα, δεν ήταν δύσκολο να βρει δουλειά – «πήγα σε μια διαφημιστική, έτυχε να είναι συμμαθητής του αδελφού μου ο υπεύθυνος για τα τηλεοπτικά σποτ». Οι καλές εποχές κράτησαν ώς το 2010. «Πρώτα απολύθηκε η γυναίκα μου από το φροντιστήριο, μετά εγώ από την εταιρεία. Τουλάχιστον πούλησα το σπίτι και ξεχρέωσα το δάνειο. Αλλιώς τώρα θα μιλούσαμε για άλλο ρεπορτάζ, πίσω από κάγκελα».
Τον ρωτάω αν ήταν εύκολο να φύγει για την επαρχία. «Αν δεν ήταν ο γιος μου, δεν θα άφηνα ποτέ την Αθήνα. Αλλά με το παιδί πέντε χρόνων, δεν είχα την πολυτέλεια να βυθιστώ στη θλίψη μου». Κι έτσι, ο Νίκος και η οικογένειά του κατέληξαν μερικά χιλιόμετρα έξω από την Ολυμπία, στο χωράφι που άφησε ο παππούς του στον πατέρα του. «Ούτε φίλους είχα ούτε σινεμά δεν υπήρχε και ο μικρός όλο να ρωτάει “πότε θα πάμε στον παιδότοπο;”. Στην αρχή ήταν τραγική η κατάσταση», λέει ο Νίκος.
«Αλλά μετά ξεκινάς να ανακαλύπτεις τη γη. Βλέπεις πως η καλλιέργεια είναι δημιουργία. Με αγωνίες μεγάλες, βέβαια, και με κόπο πολύ. Ματώνεις τα χέρια σου εκεί έξω». Τον ρωτάω αν έχει κανένα να τον βοηθήσει. «Οχι, κανένα», απαντάει. «Ποιον να έχω; Δυστυχώς, η Χάνα Αρεντ και ο Γκίντενς δεν προσφέρθηκαν να βοηθήσουν στη σπορά!».
Μαριλη Mαργωμενου
kathimerini.gr