Ο Γεωργακόπουλος δεν είναι εύκολος. Δε δίνει συχνά συνεντεύξεις. Όμως αν κάποιος έχεις μπουχτήσει από τους φλύαρους μπαρμπάδες (ο χαρακτηρισμός "μπάρμπας" δεν έχει να κάνει με φύλο ή ηλικία) που έχουν κατακτήσει το δημόσιο λόγο του τόπου ως «ικαριολόγοι»

Καμιά φορά πετώ. Κι όταν πετώ, κάνω θαύματα. Ή έτσι νιώθω, τέλος πάντων. Πως μπορώ να κάνω θαύματα. Σημαντικό. Ακόμη κι αν δεν τα καταφέρνω πάντα. Άλλες φορές κάθομαι ήσυχη και φιλοσοφώ. Δεν θέλω άνθρωπο κοντά μου. Να μ’ αφήσεις στην ησυχία μου τότε. Κι όταν πετώ πάλι, να το σεβαστείς.

28/06/2018 - 10:37Ή τώρα ή ποτέ

Δεν σας κρύβω ότι κάθομαι και διαβάζω απολαυστικά τόσα χρόνια τις Ελεύθερες Πτήσεις αλλά ποτέ δεν αξιώθηκα να γράψω έστω μια της προκοπής και ναι, πολυαγαπημένε αναγνώστη, ντρέπομαι γι αυτό.

Ήταν Καλοκαίρι του 1967. Είχαμε μπει στον γύψο πριν από 2-3 μήνες. Εκείνο το Πάσχα ήταν βουβό. Εμείς οι φοιτητές γυρίσαμε στην Ικαρία και δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε το μέγεθος της συμφοράς.

Σε μια από τις τελευταίες επιδημίες πανώλης που σάρωσαν το Αιγαίο και την Ικαρία, στις αρχές του 17ου αιώνα, η προφορική παράδοση, όπως μου την διηγήθηκε ο Πατέρας μου, Ηλίας Φουντούλης 1900 - Ϯ1999, λέει ότι: “Κάποτε κάποιοι πειρατές βγήκαν στο Δράκανο και έθαψαν "κάτι".

‘Ει! εσύ, μικρούλι, ξέρεις πόσο τυχερό είσαι; Θα ακούσεις πολλές ιστορίες μεγαλώνοντας και θα τα μάθεις όλα, μα τώρα που η αγωνία έχει κορυφωθεί και σε περιμένω πολύ σύντομα, ήθελα να σου γράψω αυτήν την τελευταία μου «ελεύθερη πτήση» ως εισαγωγή…

Γνωστό κοιλιόδουλο πλάσμα στην πολύ κοντινή παρέα. Μπορεί και λίγο παραπέρα, αν μου ξεφύγει άθελα μου η σιελόρροια. Λιχούδα και περίεργη. Να μασουλάω διαρκώς θέλω. Και του διπλανού μου ει δυνατον, γιατί ως γνωστόν το ξένο είναι πάντα πιο ωραίο.

Η μακροβιότητα στο σόι μου πάει σύννεφο. Γενιές και γενιές προγόνων έζησαν μεγάλες ζωές, δρασκελώντας αιώνες. Καλό αυτό, τόσο για τους ίδιους που έφαγαν τη ζωή με το κουτάλι, μα και για μας, αφού μας κληρονόμησαν ιστορίες να λέμε και να γελάμε αναμετάξυ μας (και να παρακαλάμε να πάρουμε τα χρόνια τους).

Στην Ικαρία το επίθετο Φουντούλης, εμφανίστηκε, στις αρχές του 1700, και απαντάται στο Καραβόσταμο, όπου υπάρχει και γειτονιά Φουντουλάτο. Από εκεί έφυγαν οι Φουντούληδες που υπάρχουν στη Χίο, στο Αϊβαλή και αλλού.

Μ’ αυτά και με εκείνα μπήκαμε στον Ιούνιο, σκεφτήκαμε πως κοντεύει το καλοκαίρι και θα φανούν οι ξένοι. Ήρθε η ώρα να βάλουμε τα καλά μας, να θυμηθούμε ότι η πρόσοψη θέλει βάψιμο, να θυμηθούμε ότι οι πυροσβεστήρες έληξαν και θέλουν αναγόμωση, να θυμηθούμε να χορτοκόψουμε κι εκειδά δίπλα, στο χωράφι που παρκάρουν, να μην πάρει και καμιά φωτιά.

Σελίδες