Κρυφός

You can be every little thing, you want nobody to know.

Σκεφτόταν πως όπου κι αν βρισκόταν, είχε την αίσθηση πως ήταν σε λάθος τόπο και χρόνο. Πως δεν ανήκε πουθενά και με κανέναν. Ονειρευόταν κάτι. Το έκανε. Χαιρόταν. Για λίγο.

Ονειρευόταν κάτι άλλο. Ο ίδιος κύκλος. Μονίμως ο ίδιος κύκλος. Ένα πράγμα έμενε σταθερό: αυτά που έλεγε με τον Εαυτό Της. Ποτέ δεν του ξέφυγε. Ποτέ μα ποτέ δεν μπόρεσε να προσποιηθεί πως κάτι δεν την ενόχλησε, πως κάτι δεν την πλήγωσε, πως για κάτι που έκανε δεν μετάνιωσε. Δεν μπόρεσε ν’ αφήσει κάτι να περάσει έτσι. Έπρεπε πρώτα να πει στον εαυτό της «έκανα λάθος» ή «έχω θυμώσει» ή «πονάω» για να μπορέσει να πάει έστω και ένα βήμα παραπέρα.

Δεν ξέρει ποιο είναι το βήμα παραπέρα τώρα. Φοβάται. Διστάζει. Ανησυχεί. Πεισμώνει. Ντρέπεται. Επιμένει. Κλαίει. Νιώθει πως έχει κι άλλον ένα Κρυφό Εαυτό που κάτι, κάτι θέλει και δεν της το λέει. Τι είναι αυτό; Τι είναι;

Ταξίδι; Έρωτας; Τέχνη; Φιλία; Μουσική; Παιδί; Τι είναι αυτό που ψάχνει;

Περπατά ξυπόλητη μέσα στο σκοτεινό δάσος. Τα πόδια της σκίζονται από τα πεσμένα κλαδιά. Σταματά πού και πού για να πάρει ανάσα. Βιάζεται. Βρήκε το μονοπάτι μέσα στη νύχτα χωρίς φεγγάρι. Πάντα το έβρισκε. Φοβάται λίγο, δεν ξέρει πού πάει. Από κάπου φεύγει και κάπου πάει. Δεν ξέρει γιατί πήγε σ’ αυτό το αρχαίο δάσος τη νύχτα. Δεν ξέρει τι ψάχνει και δίνει στο βήμα της ρυθμό. Χορεύει. Η μουσική είναι στο κεφάλι της. Αργά αργά προχωρά. Ξέρει πως είναι στο κέντρο του νησιού. Όμορφη σκέψη… Χορεύει και φοβάται λιγότερο. Τραγουδά τώρα. Σιγανά στην αρχή και όσο περπατά, πιο δυνατά, πιο δυνατά, μα όχι πολύ δυνατά, δεν θέλει να τρομάξει Τα Πουλιά. Δε βιάζεται πια. Δεν ξέρει πού την οδηγούν τα ματωμένα της πόδια, μα τ’ ακολουθεί, αυτά ξέρουν.

Σκουπίζει τα δάκρυα. Έκλαιγε; Γιατί; Δεν ξέρει. Φτάνει στο δέντρο. Εκεί την πήγαν Τα Πόδια.

Το Δέντρο την περίμενε. Την ήξερε. Της είπε «ησύχασε» κι αυτή ησύχασε στον κόκκινο φρεσκοχυμένο του κορμό. Οι πλεξούδες του της ψιθύρισαν «κοιμήσου» κι αυτή άφησε τα μυρμήγκια να περπατήσουν επάνω στα ματωμένα της πόδια καθώς κοιμόταν. Είδε στον ύπνο της τη λύση. Είδε τι ήθελε αυτός ο Κρυφός Εαυτός.

Ήθελε να μην είναι πια Κρυφός.

Αλεξία Παλαιστή
alexpalester@yahoo.gr

Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις από την Αλεξία Παλαιστή.

ikariastore banner