Οι παραδοσιακοί οικισμοί της Ικαρίας είναι στους περισσότερους από εμάς πια γνωστοί. Σπίτια μονόχωρα, αντιπειρατικά όπως τα ονόμασαν μετέπειτα, φτιαγμένα από πέτρα, χωρίς συνθετικό υλικό, ενώ η στέγη ήταν καλυμμένη με μία πλάκα Ικαρίας. Ήταν όλα κρυμμένα καλά μέσα σε πυκνή βλάστηση και προσαρμοσμένα στο φυσικό περιβάλλον,ώστε να είναι αόρατα από οποιοδήποτε σημείο,για λόγους ασφαλείας.
Τα ένσημα του ΙΚΑ δεν αρκούν πια. Του ΤΕΒΕ κοστίζουν πολύ και αρκετοί από τους γνωστούς, κλείνουν απογοητευμένοι τα βιβλία τους. Οι εισφορές στον ΟΓΑ αυξάνονται. Οι συγχωνεύσεις νοσοκομείων δεν είναι πια μόνο σενάριο. Τα ιατρικά κέντρα θα γίνουν κι αυτά ευκολοχώνευτη τροφή μια και μασήθηκε τόσο καιρό στα δόντια του τέρατος.
Άντε πάλι τα ιδία με αυτό το μονοπάτι. Όσα χρόνια κι αν έχουν περάσει, δεν το περπατώ ποτέ μονή μου το βράδυ για να βγω στην πέρα γειτονιά η στον αμαξωτό. Σ' εκείνο ειδικά το σημείο που είναι το ρέμα, είναι που φοβάμαι περισσότερο. Κάθε φορά ζωντανεύουν στο μυαλό μου οι ιστορίες εκείνες με τις Καλομοίρες που το είχαν κάνει κέντρο διερχομένων…
Συνήθως στις γιορτές θυμόμαστε μόνο τα πανηγύρια και ξεχνάμε όλα εκείνα που συνοδεύουν κάποιον άγιο, την εκκλησία του ή το χωριό που τον τιμάει. Υπάρχουν αξιοθέατα αλλά και ιστορίες με μεγάλο ενδιαφέρον που δυστυχώς οδηγούνται στη λήθη. Συχνά οι ιστορίες αυτές έχουν μεταδοθεί προφορικά και πολλές φορές μπλέκουν με την υπερβολή ή το παραμύθι. Σίγουρο όμως είναι ότι ασκούν μεγάλη γοητεία και αναμφίβολα αποτελούν μέρος της παράδοσης της Νικαριάς.
Ο παππούς μου μεγάλωσε το γιαλό, εκεί έμεναν οι γονείς του, πήρε για προίκα του το σπίτι για να μπορέσει να παντρευτεί και να βάλει μέσα τη νύφη. Η νύφη ήταν Φούσκαινα και το σπίτι της πάνω από τους Δρύδες, μα όπως και να το δεις κι ο Φουσκάτος κάτω από τον αμαξωτό βρίσκεται.. Κατέβηκε με τη βαλίτσα της από τους Αγ. Ανάργυρους κι ήρθε ακόμα λίγο πιο κάτω..