Στο χορό δεν υπάρχουν ικανότητες βρε! Ουρές δεν κόβονται όταν δε χορεύεις καλα! Όχι στο δικό μας χορό, όχι στο δικό μας νησί. Μόνο προθέσεις και αισθήματα. Έχω σταματήσει εδώ και καιρό να κοιτάω τα πόδια στον καριώτικο. Μόνο τα μάτια κοιτάω πια. Ειναι και αυτή η ωραία αγκαλιαστή λαβή που σε διευκολύνει να κοιτάς ψηλά, στα ίσια, στην καρδιά του χορού, στην ουσία του κάβου. Άλλοι έχουν ρυθμό, άλλοι δεν έχουν, άλλοι ξέρουν τα βήματα, άλλοι τα μαθαίνουν και άλλους δεν τους νοιάζουν- μόνο ακολουθούν!
Μια κοπέλα χόρεψε έναν καριώτικο πριν φύγει γιατί δεν έκατσε πολυ στο πανηγύρι, αφού έκλαιγε το μωρό. Όμως χόρεψε ζεστά και χαμογελαστά και γάργαρα, σαν ποταμάκι, λικνιστή, ρουφώντας τις νότες μια μια να ξεδιψάσει. Να πίνει μονορούφι το χορό, να τον έχει μέσα της όλο το χρόνο.
Μια άλλη όλο κουνήματα, τα μάτια γεμάτα σπίθες, γεμάτα βέλη, τα πετούσε βλεφαριστά, διάνα στην καρδιά του, καθε κούνημα κι ένα καρδιοχτύπι. Ζεσταινόταν το αίμα με τη μουσική και έβραζε. Ο έρωτας και πόλεμος.
Τα παιδιά μαζεμένα στην ουρά τέντωναν τα χέρια να φτάσουν τους ώμους των μεγάλων. Δεν τα ένοιαζε που μια γριά τα έδιωχνε. Να κάμετε δικό σας κύκλο για μικρά! Τα μάτια τους άστραφταν ευτυχισμένα. Ήταν το μέλλον, είχαν τόσους χορούς ακόμα να χορέψουν, ξενύχτια απο τα λίγα της ζωής τους, γεύονταν τη γλυκα του βιολιού, τα ιδρωμένα κεφαλάκια τους ανεβοκατέβαιναν όλο γέλια και αλμύρα.
Ο νεαρός χόρευε βαριά. Τον έβλεπα να μην κουνιέται πολυ, σχεδόν επιτόπου βήματα, αντρικά, με βλέμμα γεμάτο μυστήριο, που και που έκλεινε τα μάτια, σχεδόν κατανυκτικά, όμορφος και λεβέντης. Όλη η ζωή του ένας χορός! Αγάπες και πίκρες, ξενύχτια και μεροκάματα.
Οι ξένοι μια κουτρουβάλα! Ενθουσιασμένοι! Με μάτια ορθάνοιχτα, κοιτούσαν μια πάνω, ο ένας τον άλλον, μια κάτω τα βήματα, να τα μάθουν, να τα κάνουν. Μετά έσκαγαν στα γέλια! Μου άρεσε η αθωότητα τους στον καριώτικο, πώς ειναι να τον χορεύεις πρώτη φορά; Δεν ξέρω, θα ήθελα να το νιώσω! Οι ξένοι διασκέδαζαν με την ψυχή τους, ιδρωμένοι και αλαφιασμενοι, μεθυσμένοι και ξέγνοιαστοι, έτοιμοι να σωριαστουν, έτοιμοι να αντέξουν.
Κι εσύ… Κι εσύ χόρευες γλυκά. Τα βήματα σου δεν τα έβλεπα μα μοιάζανε να σέρνουν το ρυθμό, πρώτα πατούσες εσύ και μετά το βιολί μου φάνηκε για μια στιγμή. Η αγκαλιά σου ανοιχτή στους δίπλανους σου, αδιαμαρτύρητα άφηνες να μπαίνουν στον κύκλο και να σπρώχνουν κι όλο ξαναβρίσκες το βήμα σου. Λίγο σκόνη στα μάτια σου απο το χώμα, όμως αυτά την έψαχναν σε όλους τους καριωτικους, σε όλους τους κάβους. Την παλιά σου την αγάπη! Θα ερχόταν άραγε στο πανηγύρι φέτος; Σε καθε χορό κοιτούσες να τη συναντήσεις με τη ματιά, έστω μόνο με τη ματιά. Τα μάτια σου λοιπόν στο πρώτο βιολί άναψαν φωτεινά σα φλόγα. Τα είδα να σβήνουν μόνο λίγο πριν το πιπέρι, ένα χορό πριν. Όλο προθέσεις και αισθήματα.
Με αγκαλιαστή λαβή, στον τελευταίο καριώτικο έμεινες να κοιτάς τα πόδια. Και τη σκόνη απο το χώμα.
Δώρα Τεμπέλη
doratempeli@yahoo.gr
Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις της Δώρας Τεμπέλης.