Το μέρος: Ικαριώτικη κοινωνική εκδήλωση. Μάζωξη όλων των απανταχού Ικαριωτών με το κέφι να ξεχειλίζει, τις προσδοκίες μεγάλες, τις αντιστάσεις μειωμένες και τα βλέμματα να πλανιόνται ζωηρά μέχρι να αντιληφθούν ανταπόκριση.
Αυτός: Ζωηρός και πρόθυμος όπως ορίζουν τα 23 του χρόνια.
Αυτή: Βέρα καριωτίνα με παρουσιαστικό που καθηλώνει και με εμπειρίες που τα 45 της χρόνια κάνουν την φαντασία να καλπάζει.
Η γνωριμία: Γρήγορη όσο και τυπική. «Καλησπέρα, πώς λέγεσαι;», «ελπίζω να περάσεις καλά», «θα τα πούμε αργότερα». Με την γνωριμία να κλείνει με τον πλέον τυπικό τρόπο, μια χειραψία.
Τα ανείπωτα: Η ματιά του που την θαύμαζε από πάνω έως κάτω ήταν εμφανής αλλά και κολακευτική. Το ελαφρώς δυνατότερο σφίξιμο του χεριού από την μεριά της μαρτυρούσε αναγνώριση και αποδοχή.
Η αναμονή: Η βραδιά κυλάει αργά. Εκείνος βράζει και εκείνη το απολαμβάνει. Εκείνος δεν πιστεύει ότι κάτι μπορεί να συμβεί, εκείνη ξέρει ότι κάνει ό,τι θέλει επειδή απλά μπορεί. Κρυφές λάγνες ματιές μέσα από το πλήθος είναι αρκετές για να τον κάνουν ανυπόμονο και εκείνη αφεντικό της κατάστασης.
Η ιστορία: Κάποια στιγμή ήρθε το «αργότερα». Τον πλησιάζει, τον χαιρετά, και αρχίζει έναν κατά τα φαινόμενα αθώο διάλογο.
- Μεγάλωσες στην Ικαρία;
- Ναι.
- Όταν ήσουν μικρός με τι σου άρεσε να παίζεις;
- Με αυτοκινητάκια (χαμογελώντας αμήχανα).
- Πού;
- Στον κήπο.
- Και τα χώματα; Δεν λερωνόσουν με τα χώματα;
- Παρά πολύ.
- Και η μαμά σου; Δεν σου φώναζε;
- Όλη την ώρα.
- Κι εσύ την άκουγες;
- Σχεδόν ποτέ.
- Είδες; Έπαιζες συνεχώς με τα χώματα, λερωνόσουν μέσα στις λάσπες και ήξερες ότι ήταν κακό. Σου φώναζαν να μην το κανείς κι ενω εσύ ήξερες ότι δεν έπρεπε συνέχιζες να το θέλεις.
- Ακριβώς.
Η ατάκα της:
- Τώρα καταλαβαίνεις πως νιώθω κι εγώ αυτή την στιγμή...
Άμα θέλει να σε τρελάνει η γυναίκα...
Μανώλης Ξενάκης
exenakis@hotmail.com
Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις του Μανώλη Ξενάκη.