Βαρύ βραχιόλι φορτώθηκες να περετάς γυναίκα. Μουτσούνα και θάρρος, περπάτημα και λαλιά, κορμοστασιά πανηγυριώτικη και βλέμμα απαθές, ιαματικό στα μποφόρια. Καριωτίνα· σε τόσον αγέρα γενόμενη. Κι αν κατσικάς βοσκός σκέφτηκε χρώμα να σου δώσει, είν’ το φυρό, απ’ όλα τα κατσίκια του, το πιο πολύτιμο. Κι αν Γεωλόγος σε χώρο ήθελε να σ’ αναφέρει, υψόμετρο θα έδειχνε και έδαφος πηλώδες. Ή ψαμμίτη, σκληρός και τραχύς, λαμπερός λιτά στις άκρες -προς Θεού όχι τη λάμψη του γρανίτη- που αν στη χούφτα σου τον σφίξεις χίλια μικρά κομμάτια γίνεται.
Τ’ όνομά σου, τόσο αγαπημένο και συνηθισμένο για τον τόπο. Σε λένε Μοσχούλα, Αληθινή, Ζαχαρούλα, Μαρία, Λεμονιά, Ομορφούλα. Και δε μετρά καθόλου αν είσαι Περδικιά ή Πλαγιωτίνα ή αν δεν γεννήθηκες εν τέλει πάνω σ’ αυτό το χώμα, έτσι κι αλλιώς είσαι θεσμός στην Ικαρία κι όχι πρόσωπο. Μετρά, να ξέρεις, το φουστάνι σου. Τόσο γεμάτο φουστάνι π’ αξίζει κάθε μάχη, κοπέλα στον καιρό σου.
Φυρή Άσπα θυμίζεις· άδικο δεν έχω. Σαν εκεί που -μοναδικά για το νησί μας- σε βρέχει η θάλασσα κι Αποσταβέντου και Σοφράνου. Και τη βλέπεις ολοκάθαρα, μαΐστρος είν’ ή γρέγος. Έτσι και συ. Καθάριο μάτι πάντα, να κοιτάς την ίδια αλήθεια σε όλους τους καιρούς, να σε μορφώνει δισυπόστατα και να ορμηνεύεις.
Κουράστηκες πια· ζάρωσε η μούρη σου, έμπλασες. Σου ‘μεινε αμανάτι η ομορφιά που βγάζουν τα στήθη σου, μια υλική ομορφιά των ιστών σου. Επιθηλιακή, συνδετική, ενίοτε στα δύσκολα των καιρών μυϊκή. Και ιστός νευρικός. Όμορφος και απόκοσμος σαν το στρατόπεδό σου. Τόσο χρήσιμος -και βιολογικά αναντικατάστατος- ιστός, που σε κάνει να τραγουδάς στα δύσκολα. Να αντιδράς αμέσως στην αναποδιά. Να λες το συγγνώμη· και το φχαριστώ. Να λες, να ακούς και να νιώνεις την αγάπη.
Όσο για μένα -τον πάσα ένα- που έψαξε μ’ αγώνα να βρει σαν Οδυσσέας στα πέλαγα γυρνώντας μια ίδια με εσένα, ένα αίσθημα μόνο αποκόμισε σε όλα τα ταξίδια: Λήθη. Γυρεύοντας ξανά το πρώτο βύζαγμα. Το πρώτο ερωτικό άγγιγμα. Την πρώτη φορά που πίστεψες, ότι έστω και για λίγο, δεν ήσουν άλλη μια στατιστική. Και κείνο το φιλί, χρόνια αμέτρητα για να δοθή.
Τώρα σου μένει εκεί ψηλά, σ’ όποια μεριά της Ικαρίας κατοικείς κι όποια γωνιά του κόσμου φτιάχνεις δικιά σου Ικαρία, να κοιτάζεις την Άσπα. Κι αν είναι μακριά σου, κόκκινο χώμα βάλε στο μυαλό σου. Φυρό.
*Η Φυρή Άσπα είναι η περιοχή ανάντη των χωριών Οξέ και Περδίκι, εκεί που μέχρι πρότινος χωροθετούνταν οι επτά ανεμογεννήτριες του αιολικού πάρκου της ΔΕΗ και που βρίσκεται ακόμη το Τάγμα Εθνοφυλακής. Η ονομασία της προκύπτει από το χαρακτηριστικό πορφυρό χρώμα του εδάφους της και είναι η μοναδική περιοχή του νησιού που βλέπει ταυτόχρονα Αιγαίο και Ικάριο πέλαγος.
Νικόλας Κουντούπης
paraxrantos@gmail.com
Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις του Νικόλα Κουντούπη.