ATHENSVOICE - Θ.Τσεκούρας: Το καλοκαίρι μου στους Φούρνους

*Ο Θοδωρής Τσεκούρας είναι διαφημιστής, Creative Director στην OgilvyOne Athens.

Πώς ήταν οι διακοπές πριν κάνουμε παιδιά; Δεν θυμάμαι. Νιώθω σα να ήμουν ανέκαθεν μπαμπάς. Ή σαν η ζωή μου να ξεκίνησε πριν 6 χρόνια, μαζί με τον πρώτο μας γιο. Κι όμως υπήρχε κάποτε μια εποχή μυθική, μια προϊστορική εποχή, χαμένη από τη μνήμη, που ζει μόνο στις παλιές μας φωτογραφίες, σε δίσκους σκληρούς και αμείλικτους. Το θέμα με τις μυθικές εποχές είναι ότι δεν μπορείς να πιστέψεις ότι όντως μπορεί και να υπήρξαν. Υπήρξε ας πούμε κάποτε στιγμή που κοιμόμασταν όσο θέλαμε; Τι ώρα ξυπνούσαμε και με ποια αφορμή; Πώς είναι να ξυπνάς από μόνος σου; Γιατί σηκωνόμασταν από το κρεβάτι; Υπήρχε περίοδος που ξενυχτούσαμε; Πίναμε; Χορεύαμε σε πανηγύρια ως το πρωί; Πηγαίναμε οι δυο μας για μπάνιο, μόνοι μας, ό,τι ώρα θέλαμε, χωρίς πλαστικά κουβαδάκια; Χωρίς τσάντες γεμάτες φαγητά, νερά, φρυγανιές χωρίς γλουτένη, αντικουνουπικά, αντιαλλεργικά, αλλαξιές για παν ενδεχόμενο; Με μια πετσέτα μόνο και τα γυαλάκια μου για να μην μου μπαίνει το νερό στα μάτια. Τι απέγιναν τα γυαλάκια μου; Ήταν τόσο αυθόρμητοι οι παλιοί μας εαυτοί; Κυκλοφορούσαμε αλήθεια χωρίς κινητά και χωρίς ρολόγια; Αλήθεια μιλήσαμε σε έναν ψαρά να μας πάει σε μια ερημική παραλία που ήταν μόνο φίλοι μας, κάτι συνάδερφοι που τυχαία βρέθηκαν σε αυτό το νησί; Τυχαία; Πώς δουλεύει αυτό; Και γίνεται όντως να είχαμε λεφτά, δικά μας που τα κάναμε ό,τι θέλαμε, που μας περίσσευαν και παίρναμε και περιοδικά και βιβλία και διαβάζαμε; Τι απέγιναν τα περιοδικά;

Αυτές τις διακοπές τις ζήσαμε στους Φούρνους Ικαρίας κάποια χρόνια π.π. (προ παιδιών) όπου ξυπνούσαμε με μόνη έγνοια το να φάμε γλυκό για πρωινό. Τότε τα παιδιά ήμασταν εμείς. Κολυμπάγαμε σα να μην υπάρχει αύριο. Παίζαμε με τους φίλους μας ως αργά το βράδυ και όλα τα μαγαζιά έπαιζαν παιδική μουσική διαλεγμένη ειδικά για εμάς. Στο πίσω μέρος, το βορινό, η θάλασσα ήταν σκούρα μπλε που τρόμαζες (πρόσφατα διάβασα ότι ο βυθός στους Φούρνους είναι γεμάτος αρχαία ναυάγια) και από την άλλη πλευρά έβλεπες τις πτυχές του νησιού που είναι γεμάτο μοναχικές παραλίες ακόμα και τον δεκαπενταύγουστο. Το απόγευμα τρώγαμε κάτι μεγάλες πάστες, ικανές να εθίσουν ένα ελέφαντα στην ινσουλίνη. Και μετά το βράδυ τρώγαμε ψάρι. Τρεις βδομάδες μόνο ψάρι. Δύο άτομα από μόνα μας, οπλισμένα με πιρούνια και καλή διάθεση, πρέπει να προσθέσαμε τουλάχιστον δύο συνομοταξίες της θαλάσσιας πανίδας στη λίστα των υπό εξαφάνιση ειδών. Αργότερα περπατούσαμε αγκαλιά κι εγώ την πείραζα λέγοντάς της ότι φτάσαμε στην κακόφημη συνοικία του νησιού.

Μου λείπουν οι Φούρνοι. Μου λείπει η ανεμελιά του ζευγαριού χωρίς παιδιά που ζει απλώς για να απολαμβάνει τα πάντα και όχι να προλαβαίνει τα πάντα. Κι όπως προσπαθώ να φέρω στο μυαλό μου κάθε γωνιά του νησιού και κάθε μέρος που αράξαμε, φιληθήκαμε και γελάσαμε, σκέφτομαι ότι κάτι είναι λάθος. Πού είναι τα παιδιά μας; Πέντε λεπτά δεν τα σκέφτηκα, πέντε ολόκληρα λεπτά και μου έλειψαν. Δεν είμαστε πια δύο. Είμαστε τέσσερις. Κι αυτό δεν το αλλάζω με τίποτα.

athensvoice.gr