Κ.ΓΑΚΗΣ: Ονειροπόλοι αυτής της γης, ενωθείτε!

Φωτο: Manteau Stam.

Ο Κώστας Γάκης  υποδύεται τον Άδη στην Ευριδίκη της Σάρα Ρουλ, συνεχίζοντας παράλληλα τις παραστάσεις του έργου που του χάρισε το βραβείο Χορν σχεδόν μια δεκαετία πίσω, την «Κατσαρίδα».

Πολυπράγμονας και ευρηματικός, ο Κώστας Γάκης αφουγκράζεται το παιδί μέσα του, προσφέροντας ακομπλεξάριστα χαμόγελα και αγγίγματα στην τέχνη του. Σε ένα διάλειμμα από τον χαμό τον τριών παραστάσεων που δουλεύει, στάθηκε να αφουγκραστεί την ηρεμία του Κεραμεικού, του αρχαίου νεκροταφείου της Αθήνας, κάτω από μια συκιά που –ποιος ξέρει;- μπορεί κάποτε να απόλαυσε τον ίσκιο της ο Σωκράτης. Ο Κεραμεικός αποπνέει μια απόκοσμη αίσθηση στον περιηγητή. Μπορεί να είναι η χαμηλή βλάστηση που σιωπηλά διακοσμεί τις πέτρες και τα μάρμαρα ή εκείνα τα αγάλματα με τα σκυλιά και τις κόρες, που φανερώνουν μια παρουσία που επιμένει στους αιώνες. Το ταφικό συγκρότημα του Κεραμεικού είναι αγαπημένο ησυχαστήριο για τον Κώστα Γάκη.

«Πολλές φορές έρχομαι εδώ. Στην Αθήνα υπάρχει μια δημιουργική τρέλα απ’ την οποία πρέπει να αποδράς πού και πού. Έτσι προσπαθώ να ζω την εξοχή μέσα στην πόλη. Θέλω να βλέπω κάθε γωνιά της σαν μια μικρή ζούγκλα, στην οποία οι άνθρωποι παίρνουν ρόλους φυτών και ζώων. Για παράδειγμα, τείνω να σκέφτομαι τον Γιάννη Νταλιάνη, με τον οποίο συνεργαζόμαστε στο θέατρο, ως έναν μεγάλο πλάτανο. Έναν άνθρωπο γεμάτο σοφία και χυμούς, που μπορεί να σου δώσει σπουδαία μαθήματα ζωής. Άλλες φορές σκέφτομαι ότι αυτό το τσιμέντο που έχουμε στρώσει για να ζούμε, δεν είναι κάτι έξω από εμάς, κάτι βιομηχανικό, αλλά το μελίσσι μας. Κάθομαι συχνά και παρατηρώ την γάτα μου, την Μάρθα,  προσπαθώντας να ερμηνεύσω το βλέμμα της. Όπως μπαίνει από τον κήπο στο σπίτι, έχει την αίσθηση, πιστεύω, ότι μπαίνει μέσα σε μια σπηλιά. Πολλές φορές και εγώ όταν μπαίνω σε περίεργα σπίτια ή χώρους τέχνης, έχω την αίσθηση ότι μπαίνω σε μια σπηλιά, σε τόπους φυσικούς, αλλά την ίδια στιγμή αφύσικους. Κάνω συχνά τέτοιες αναγωγές, για να σωθώ από την κατάθλιψη του αστικού τοπίου».

«Μεγάλωσα στην Ηλιούπολη, στην Αθήνα. Η μητέρα μου είναι από τον Εύδηλο Ικαρίας και ο πατέρας μου από το Θραψίμι Καρδίτσας, ένα χωριό στα 700 μέτρα ύψος. Έχουμε και μια καλύβα εκεί, κρυμμένη στο δάσος. Εκεί, στην επαρχία είναι τα καταφύγιά μου. Εκεί γράφω μουσική τα καλοκαίρια, αποσυμπιέζομαι, έρχομαι σε επαφή με τα παιδικά μου χρόνια. Κάνω καμιά ανάσα κοντά στην θάλασσα ή στο βουνό, να βρω τον εαυτό μου. Και όλα ξαναέρχονται σε μια τάξη».

«Το 2004 ανεβάσαμε ένα έργο παρέα με τον Βασίλη Μαυρογεωργίου, την Κατσαρίδα. Πρόκειται για ένα ντουέτο που προσπαθεί να παίξει όλους αυτούς τους ρόλους της παράστασης. Όλη αυτή η ανεπάρκεια, η αμηχανία και η βαθειά σχέση του ενός με τον άλλο στην σκηνή, βγάζει και το μήνυμα ότι δύο άνθρωποι μαζί μπορούν τελικά να τα καταφέρουν. Ειδικά αν έχουν σκιστεί στις πρόβες. Για ποιο λόγο έγινε γνωστή η κατσαρίδα, ακόμα δεν είμαι σίγουρος. Έχει να κάνει, μάλλον, με το γεγονός ότι η κατσαρίδα είναι αντι-ήρωας, αλλά και το απλό μήνυμα ότι αξίζει να ονειρεύεσαι».

«Στην ζωή μου μπορώ να σκεφτώ δύο κομβικά σημεία. Το πρώτο ήταν όταν άρχισα να μαθαίνω κιθάρα. Ήμουν μαθητής γυμνασίου τότε και είχα αποφασίσει ότι δεν ήθελα να διαβάζω. Όμως όταν ξεκίνησα κιθάρα, ξαφνικά όλα μπήκαν σε ένα σύστημα. Το δεύτερο σημείο είναι στο πανεπιστήμιο, όταν είχα ξαναπέσει σε αυτή την λήθη που σου επιτρέπει το ελληνικό πανεπιστήμιο, βρήκα την σπίθα στο Εθνικό Θέατρο. Εκεί βρέθηκα σχεδόν τυχαία, με την ιδιότητα του μουσικού. Πίστευα ότι οι ηθοποιοί είναι φασαριόζηδες και νάρκισσοι, όμως ανακάλυψα τον κόσμο αυτό και γοητεύτηκα.»

«Η ενασχόλησή μου με το θέατρο με έχει κάνει πιο συνειδητό σχετικά με το τι θέλω στην ζωή. Η υποκριτική είναι ταξίδι στην ανθρώπινη κατάσταση. Δεκάδες ρόλοι, χαρακτήρες που μπορεί να υπήρξαν πριν χιλιάδες χρόνια, σε βουτούν σε εποχές και καταστάσεις πρωτόγνωρες. Αυτό που με προβληματίζει είναι όταν βλέπω ηθοποιούς άνω των 60, μπορείς να διακρίνεις σε αυτούς έναν φόβο και μια απελπισία. Αντίθετα, στους μουσικούς βλέπω μια πιο υγιή εξέλιξη όσο μεγαλώνουν. Γι’ αυτό και εγώ προσπαθώ να πατάω σε διάφορες ιδιότητες, μπας και σωθώ από την ψυχασθένεια».

«Στο ‘Ρωμαίος και Ιουλιέτα για δύο’, παίρνω τους δύο κλασσικούς ήρωες και τους παρουσιάζω ως σεξπηρικά φαντάσματα, που επιστρέφουν στην ταραγμένη μας εποχή για να μας πουν την ιστορία τους, εναλάσσοντας δεκάδες ρόλους και χρησιμοποιώντας αμέτρητους κώδικες. Αυτό που μου αρέσει περισσότερο σε αυτό το εγχείρημα είναι ότι αποκαλύπτει μια απλή αλήθεια: μπορεί καθημερινά να συναλλάσσεσαι με χιλιάδες ανθρώπους και να υπάρχει όλη αυτή η αφόρητη φασαρία, όταν όμως βρίσκεσαι με τον άνθρωπό σου, υπάρχει μια μαγική ησυχία σχεδόν ανεξήγητη. Όπως όταν μετά τον φόρτο εργασίας φτάνω στην κοπέλα μου με ένα ταψί γαλακτομπούρεκο και οι ένταση κάπου χάνεται. Είναι στιγμές λεπτές».

«Όντως στην Αθήνα γίνονται πολλές παραστάσεις, οι περισσότερες από αυτές ερασιτεχνικά και κάποιες φορές δουλεμένες στο πόδι. Όμως επειδή την ίδια στιγμή προέρχομαι από ένα θέατρο που είναι low burget, έμαθα να χρησιμοποιώ την κάβλα, την ορμή και την ευαισθησία ερασιτεχνικού θεάτρου, με επαγγελματικούς όρους. Το θέμα για εμένα δεν είναι τα περιττά στολίδια, η εικαστικότητα για την εικαστικότητα. Πρέπει να επιστρέψουμε στην βάση μας. Ζητούμενο είναι η αυτοανάφλεξη και η επικοινωνία μεταξύ των ηθοποιών. Προσωπικά, μου αρέσει πάρα πολύ η θεατρική σκηνή της Αθήνας. Τις προάλλες που βρέθηκα στο Λονδίνο, κατάλαβα ότι δεν έχουμε τίποτα να ζηλέψουμε από εκείνη την σκηνή».

«Η ‘Ευριδίκη’, της Σάρα Ρουλ, είναι ένα ‘μιούζικαλ του κάτω κόσμου’ κεντημένο πάνω στον μύθο του Ορφέα και της Ευριδίκης.  Το έργο φτιάχνει ένα ψυχεδελικό σύμπαν, στο οποίο είμαστε όλοι νεκροί και όλες οι σχέσεις έχουν φτάσει σε τέλμα, άρση αισθητικής, τέλμα αξιών. Είναι ένα κείμενο που παίζει με την μνήμη, τον έρωτα και τον θάνατο. Στην παράσταση υποδύομαι τον Άδη».

«Ο θάνατος με τρομάζει πολύ. Αλλά με γοητεύει κιόλας αυτό το σύνορο. Έχει απίστευτο ενδιαφέρον αυτό το αλλόκοτο πολύχρωμο και ψυχεδελικό παιχνίδι που λέγεται ζωή και στο οποίο παίζουμε χωρίς να έχουμε ερωτηθεί, χωρίς να έχουμε δώσει τη συγκατάθεσή μας. Άλλο τόσο αλλόκοτα και ανεξήγητα τίθεται και το game over του παιχνιδιού, ο θάνατος για τον οποίο επίσης δεν έχουμε ερωτηθεί. Παραπάνω από τα μισά τραγούδια μου, μιλούν άμεσα ή έμμεσα για το θάνατο. Ίσως ο ρόλος του άρχοντα του κάτω κόσμου να είναι μια ευκαιρία ίσως για αυτοανάλυση».

Ο Κώστας Γάκης πρωταγωνιστεί στο έργο ‘Κατσαρίδα’ στο Θέατρο Αθηνών και συμμετέχει στην παράσταση ‘Ευριδίκη’ στο θέατρο Πορεία.

Διονύσης Ανεμογιάννης
ough.gr