Φθινόπωρο 2014, κάθομαι σένα βράχο λίγο πιο μακριά από τις φίλες μου που λιάζονται και διαβάζουν ένα περιοδικό γελώντας με ένα άρθρο, οι μόνες φωνές στη παραλία εκείνη την ώρα που σπάνε αυτή τη περίεργη σιωπή. Πόσο αλλάζει ο τόπος σε λιγότερο από ένα μήνα! Πριν λίγο καιρό, όπου έβλεπε το μάτι σου ήταν σκαρφαλωμένα παιδιά στα βράχια και παντού στη θάλασσα πηγαδάκια με γέλια και βουτιές.
Έχει βραδιάσει. Κρατάω ένα μπουκάλι κρασί κόκκινο στο χέρι και κάθομαι σε μια ακρούλα ενός ξύλινου πάγκου. Γύρω μου όσο μπορώ να δω είναι κάπου στα χίλια άτομα καθιστά και άλλοι τόσοι περιφέρονται σε όλο το χώρο. Μπουκάλια με κρασί σαν το δικό μου είναι παντού. Όρτσα τα χέρια με ποτήρια γεμάτα και τα μπουκάλια αδειάζουν. Αδειάζουν ταυτόχρονα. Είναι ο δικός τους χορός. Ο πρώτος χορός. Ένας χορός προετοιμασίας γι’ αυτό που θα ακολουθήσει.
Όταν μπήκαν οι γιατροί, βγηκε από το δωμάτιο και κοντοστάθηκε στη μεγάλη σκάλα. Είχε πολύ ηλιο εκεί κι είπε να καπνίσει καλύτερα στο παγκάκι στην αυλή. Χίλιες φορες να την είχαν στο ροζ κτίριο, αυτή η αριστερη πτέρυγα ήταν άβολη πολύ. Ένα μνημείο για τους ανθρωπους που έπεσαν με το ελικόπτερο, ένα -δυο χαλασμένα ασθενοφόρα και λουλούδια.
Είχα ιδρώσει. Έτρεχα, έτρεχα, έτρεχα, έτρεχα και φοβόμουν πως δεν θα προλάβαινα να φωτογραφίσω τον Άη Γιώργη με φως. Την άλλη μέρα το πρωί έπρεπε να φύγω για την Ικαρία και ήταν αδύνατον να μείνω άλλη μία μέρα στους Φούρνους. Έπρεπε να προλάβω να τον φωτογραφίσω μέσα στην επόμενη μισή ώρα γιατί ο ήλιος έπεφτε με τη γνωστή του ταχύτητα του φωτός.
Έχω έναν φίλο στην Ικαρία που το σπίτι του είναι ανοικτό στο πέλαγος και τις παρέες. Στη μία πλευρά του κόλπου,του λιμανιού του Ευδήλου βρίσκεται η αποβάθρα και η άλλη άκρη,που σχεδόν κλείνει τον κύκλο,είναι ένας γρανιτένιος βράχος,σαν πριόνι,που έχει βαλθεί εδώ και αιώνες,μάταια,να κόψει την θάλασσα.