ikariamag | ελεύθερες πτήσεις - του Βασίλη Δουρή

Ο Βασίλης Δουρής είναι μεσήλιξ, μετανάστης, μπλόγκερ και βιολόγος. Επιχείρησε να περάσει στον πάπυρο της διατριβής του τη φράση «εξ Ικαρίας ορμώμενος», αλλά τον ξανάκαναν «εξ Αθηνών» κατά τα επίσημα έγγραφα. Απασχολείται στην επιστημονική έρευνα ταλαιπωρώντας κατά καιρούς διάφορα μαμούνια, σε Αθήνα, Κρήτη, Ολλανδία, Πορτογαλία, ξανά Αθήνα και εσχάτως ξανά Κρήτη. Θεωρεί επίτευγμα ζωής το ότι ταξίδεψε στο μακρινό Τραπάλου· ελπίζει κάποτε να φτάσει και σε άλλους εξωτικούς προορισμούς όπως τα Νέγια και η Εριφή. Σκέφτεται ενδεχομένως να «επιστρέψει» στην Ακαμάτρα κάποια στιγμή – κατά προτίμηση πριν γκρεμιστεί ολοσχερώς το πατρικό του σπίτι.

του Βασίλη Δουρή

Θυμάμαι τη μυρωδιά του καφέ. Σήμαινε ότι είμαστε πια έτοιμοι να φύγουμε, καθώς την παραμονή της αναχώρησης ο πατέρας μου κουβάλαγε τελετουργικά στο σπίτι μια τεράστια ποσότητα καφέ Λουμίδη.

Να σας πω ότι τον γνώριζα τον άνθρωπο, ποιος ήταν και τι έκανε, ψέματα θα σας πω. Είχα διαβάσει μικρός μια δισκοκριτική (μέτρια...) για το δίσκο του με τίτλο «Στην άσφαλτο» σε κάποιο περιοδικό, αλλά η πρώτη φορά που τον θυμάμαι καθαρά πρέπει να ήταν με αφορμή μια συναυλία που είχε δώσει στον Εύδηλο, στο λιμάνι, τέλος καλοκαιριού του 1984.

27/04/2011 - 20:21Απομυθοποίηση

Τον καιρό που μέναμε σπίτι της, ένα καλοκαίρι στις αρχές της δεκαετίας του ‘70, θα ‘ταν περίπου εξήντα χρονών. Ήταν με άσπρα μαλλιά και μου φαινόταν πολύ γριά τότε (εγώ θα ‘μουν τεσσάρων-πέντε).

03/03/2011 - 20:38Συναπαντήματα

Γυρίζοντας μετά τις γιορτές στην Ολλανδία όπου ζω, βρέθηκα σε μια πτήση Αθήνα-Άμστερνταμ γεμάτη Έλληνες, φοιτητές κυρίως. Ο διπλανός μου ζήτησε να αλλάξουμε θέσεις για να είναι δίπλα σε μια κοπέλα που ήταν παρέα· με χαρά πήρα τη θέση δίπλα στο παράθυρο, και χάζευα τη χιονισμένη Ευρώπη από κάτω κατά τη διάρκεια της πτήσης, τουλάχιστον όσο δεν είχε σύννεφα.

Η Καλή μπήκε στην κουζίνα, φορώντας την ποδιά και ένα καλοκαιρινό καπελάκι με ζωγραφιστά λουλουδάκια. Ο γιος της που έπινε τον πρωινό καφέ του (μεσημέρι ήτανε) παραξενεύτηκε – η μάνα του είχε κλείσει τα ογδόντα αλλά λωλάδες δεν έκανε, συνήθως.

Κατηφόριζα βιαστικά στην πλατεία του Ευδήλου - όσο βιαστικά μου επιτρέπει η ικαριακή μου ανατροφή και ο νωχελικός μήνας Αύγουστος.

Στα χωριά του Πάπα δεν είχα πάει ποτέ μικρός, διότι τότε δεν υπήρχε τρόπος να πας άλλος παρά μόνο δια θαλάσσης.

Όπως όλοι ξέρουμε, στην Ικαρία όταν λες «α 'ρτω» εννοείς από «ίσως έρθω» μέχρι «μωρέ δε μας παρατάς κι εσύ κι οι ελιές». Ο πατέρας μου, σαράντα χρόνια ναυτικός, θυμήθηκε μετά τη σύνταξη να κάνει τον αγρότη, περιστασιακά έστω.

Σελίδες