Η συζήτηση που έχει ανοίξει εδώ και αρκετό καιρό, μετά και από την αδειοδότηση επιχειρηματικού ομίλου από τη ΡΑΕ, για την εγκατάσταση αιολικού πάρκου στην Ικαρία δεν είναι τωρινή. Πριν από αρκετά χρόνια η Κίνηση Πολιτών Ραχών Ικαρίας είχε οργανώσει στις Ράχες εκδήλωση- συζήτηση με θέμα τις αιολικές εγκαταστάσεις, μετά από την τότε πρόταση ομίλου εταιρειών για μια εξίσου τεράστια αιολική εγκατάσταση. Αυτό που από τότε αναφέραμε, μεταξύ άλλων, ήταν ότι οι ΑΠΕ θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως λύση του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής και όχι ως μέρος του ίδιου του προβλήματος (πρακτικά εκδήλωσης).
Στη συνέχεια, έρευνα που έγινε με θέμα την αποδοχή των αιολικών πάρκων από τους κατοίκους του νησιού έδειξε ότι οι επιφυλάξεις υπερτερούν έναντι της χωρίς όρους αποδοχής και σχετίζονται περισσότερο με τις επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον και την αλλοίωση του τοπίου.
Θέλοντας να συμμετάσχει κανείς στο δημόσιο διάλογο για το συγκεκριμένο ή οποιοδήποτε αντίστοιχο θέμα δεν έχει παρά να ορίσει ένα αρχικό σημείο, μια αφετηρία. Η σκέψη του καθενός ξεκινά από περισσότερο ή λιγότερο έντονες αναζητήσεις και με βάση τις προσωπικές ιδεολογικές αναφορές, όπως συμβαίνει συνήθως με τα περιβαλλοντικά θέματα. Οι μέχρι τώρα συζητήσεις καταφέρνουν να θέσουν πολύ σοβαρά ζητήματα. Οι αντιδράσεις, που εκφράζονται από διάφορους φορείς (δημοτικές παρατάξεις, περιβαλλοντικές οργανώσεις, συλλόγους κ.λ.π.) με ανακοινώσεις στο διαδίκτυο και στον τύπο, ή και με συλλογή υπογραφών, εστιάζουν σε σημαντικά προβλήματα όπως η δυσαναλογία του μεγέθους του έργου με την κλίμακα του νησιού, η προστασία της βιοποικιλότητας, η επιβάρυνση του τοπίου λόγω και των απαιτούμενων έργων, η εκχώρηση εκτάσεων σε ιδιωτικά συμφέροντα και η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στις επιπτώσεις στον τουρισμό και τον αγροτικό τομέα. Στον τεχνικό τομέα αναφέρονται τα γνωστά προβλήματα της αιολικής ενέργειας όπως αυτό της ασταθούς και συμπληρωματικής και μόνο λειτουργίας της σε σχέση με τους θερμικούς σταθμούς παραγωγής, λόγω της αδυναμίας ελέγχου κατά την παραγωγή της. Ως εναλλακτικές λύσεις προτείνονται, μεταξύ άλλων, εγκαταστάσεις ΑΠΕ μικρής κλίμακας ή και οικιακές, η εξοικονόμηση ενέργειας και η παραγωγή της από ΑΠΕ με σεβασμό του νησιωτικού χώρου και τέλος η συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών στις αποφάσεις για ανάλογα θέματα. Αυτό το τελευταίο ζήτημα θα αποτελέσει στη συνέχεια τον προβληματισμό μας, αφού προηγηθεί η παράθεση κάποιων γραπτών ή και προφορικών (διαδικτυακά) τεκμηρίων.
Η πρώτη επίσημη αντίδραση για τη γνωστή εγκατάσταση από την πλευρά του Δήμου Ικαρίας ήταν η προσφυγή προς τη ΡΑΕ και το Υπουργείο Περιβάλλοντος, όπου αναφέρεται ότι «…η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να έχει ως όριο τη φέρουσα ικανότητα των μικρών νήσων, …η αδειοδότηση της εγκατάστασης βλάπτει την ιδιαιτερότητα και αυτοτέλεια του οικοσυστήματος της Ικαρίας», σημειώνοντας επιπρόσθετα ότι «…ουδεμία διαβούλευση έλαβε χώρα, καθώς η τοπική κοινωνία δεν πληροφορήθηκε την ύπαρξη αλλά και το μέγεθος της συζητούμενης άδειας». Στη συνέχεια φάνηκε ότι ο προβληματισμός από την πλευρά του Δήμου μετατοπίστηκε προς το σημαντικό προτεινόμενο οικονομικό όφελος από τον επενδυτή, ως έσοδο για τα ομολογουμένως πενιχρά έσοδα του και την ανάπτυξη του νησιού (συνέντευξη Δημάρχου στο Ράδιο Ικαρία και στην ιστοσελίδα αυτοδιοίκηση ). Ο αντίλογος και οι επιφυλάξεις που εκφράζονται, τουλάχιστον όσον αφορά την αξιοπιστία των ενεργειακών επενδυτικών ομίλων δεν είναι αναίτιες. Θα μπορούσε κανείς να αναφέρει πολλά παραδείγματα, όμως η πρόσφατη περίπτωση των εταιρειών Energa και Hellas Power, οι οποίες εισέπρατταν το αντίτιμο της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος και δεν το απέδιδαν στη ΔΕΣΜΗΕ, αφήνοντας έκθετους τους καταναλωτές - πελάτες τους, επιβεβαιώνει τους σχετικούς προβληματισμούς.
Το τμήμα της τεκμηρίωσης της προσφυγής του Δήμου που αναφέρεται στην έλλειψη πληροφόρησης της τοπικής κοινωνίας κρίνεται ως ιδιαίτερα σημαντικό, αφού αναδεικνύει, εκτός των άλλων, το ζήτημα του δημοκρατικού ελλείμματος από την κεντρική διοίκηση (ΥΠΕΚΑ-ΡΑΕ).
Η σημασία της αποκέντρωσης των εξουσιών και του ιδιαίτερου ρόλου των τοπικών κοινοτήτων αναδείχθηκε σε σημαντικό βαθμό στη γνωστή παγκόσμια διάσκεψη για την προστασία της γης, το 1992 στο Ρίο της Βραζιλίας. Το σχετικό κείμενο με τίτλο Agenda 21 θεώρησε ως θεμελιώδη το ρόλο των τοπικών κοινοτήτων ως προς την εφαρμογή της ήδη γνωστής «αειφόρου ανάπτυξης»: της ανάπτυξης δηλαδή που λαμβάνει υπόψη την προστασία του περιβάλλοντος, την κοινωνική δικαιοσύνη, το μέλλον και. την ποιότητα ζωής. Επιπλέον τονίστηκε η ανάγκη μεταβίβασης της ευθύνης λήψης των αποφάσεων στις πολύ απλούστερες δομές των μικρών τοπικών κοινοτήτων, με επιδίωξη την αναγνώριση της τοπικότητας και του ρόλου της για το μέλλον. Με αυτό τον τρόπο οι πολίτες, μέσω της έκφρασης του δικού τους, ακηδεμόνευτου λόγου, οργανώνονται, απελευθερώνονται και διεκδικούν καλύτερη ποιότητα ζωής. Κομβικό σημείο προς αυτή την κατεύθυνση αποτελεί η συμμετοχή των πολιτών στις λύσεις των περιβαλλοντικών προβλημάτων και η ενθάρρυνσή τους για μια αίσθηση προσωπικής περιβαλλοντικής ευθύνης, ως υποχρέωση προς την αειφόρο ανάπτυξη . Η Τοπική Αυτοδιοίκηση θεωρείται από την Agenda 21 ως ο καθοριστικός παράγοντας για την επίτευξη της αειφόρου ανάπτυξης, αφού αποτελεί το επίπεδο διοίκησης εκείνο που βρίσκεται πιο κοντά στους πολίτες και διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην ευαισθητοποίηση και την κινητοποίηση τους για την επίτευξη της αειφορίας.
Γνωρίζουμε καλά ότι στη δική μας πραγματικότητά η πολυπόθητη συμμετοχή των πολιτών στο σχεδιασμό του δικού τους μέλλοντος εξαντλείται κυρίως με την ανά τετραετία προσφυγή στις κάλπες, εξουσιοδοτώντας ειδικούς για τη διαχείριση και επίλυση των προβλημάτων. Οι «ειδικοί», επιστήμονες και πολιτικοί κυριαρχούν και οι πολίτες επιλέγουν είτε να αποδεχθούν τις προτεινόμενες λύσεις από αυτούς και μόνο, προσφεύγοντας στις γνωστές πελατειακές σχέσεις, ή να αντιδράσουν. Οι συγκρουσιακές αυτές καταστάσεις λειτουργούν ανασταλτικά για τις επιλεγμένες λύσεις, οι οποίες είτε δεν εφαρμόζονται είτε υπονομεύονται στο στάδιο της εφαρμογής τους. Στην αντίθετη περίπτωση όμως, αυτή δηλαδή της ενεργοποίησης και της ενθάρρυνσης των πολιτών για ουσιαστική συμμετοχή μέσω των θεσμικών οργάνων της αυτοδιοίκησης, οι αποφάσεις θεωρούνται αποτελεσματικότερες στην πορεία για την αειφόρο ανάπτυξη. Το πρόβλημα ανάμεσα στην επιστημονική γνώση και την επαγγελματική εμπειρία από τη μια πλευρά και τη δημοκρατική συμμετοχή από την άλλη, έχει σημαντικές πολιτικές διαστάσεις. Η πρώτη περίπτωση, όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται από ολιγομελείς ομάδες ειδικών χαρακτηρίζεται ως «ελιτιστική» ή και «γραφειοκρατική δημοκρατία» ενώ η δεύτερη «συμμετοχική, πλουραλιστική ή και κοινωνική δημοκρατία». Πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι η διαδικασία αυτή θεωρείται επιτυχημένη υπό την προϋπόθεση ότι δεν προσέρχεται κανείς στο διάλογο με προειλημμένες αποφάσεις φορέων περιορισμένης εκπροσώπησης, π.χ. συλλόγων-σωματείων «σφραγίδων» ή και κομματικών ντιρεκτίβων. Οι πολίτες εκφράζουν τον προσωπικό τους ανεξάρτητο λόγο συμμετέχοντας σε μια απόλυτα δημοκρατική διαδικασία. Προϋπόθεση για την εφαρμογή των παραπάνω αποτελεί η γνώση των ζητημάτων μέσω της αδιάλειπτης πληροφόρησης του πολίτη από την τοπική αυτοδιοίκηση για τα περιβαλλοντικά προβλήματα και τους τρόπους επίλυσής τους πριν από τη λήψη των αποφάσεων. Όλα αυτά βέβαια έχουν συζητηθεί αρκετά χρόνια πριν από αρκετούς (π.χ. Δημητρακόπουλος) και η εφαρμογή τους απαιτεί χρόνο για την εμπέδωση των δημοκρατικών διαδικασιών μέσω του συνεχούς διαλόγου.
Σε νομοθετικό επίπεδο, η συμμετοχή των πολιτών σε διαδικασίες λήψης αποφάσεων για περιβαλλοντικά θέματα αποτελεί νόμιμο δικαίωμα τους. Επιπλέον έχουν το δικαίωμα πρόσβασης σε πληροφορίες μέσω των αρμόδιων αρχών και τέλος προσφυγής στη δικαιοσύνη για πράξεις και έργα που θεωρούν ότι βλάπτουν το περιβάλλον. Πρόκειται για τη γνωστή Διεθνή Σύμβαση του Άαρχους, η οποία υπενθυμίζουμε ότι αποτελεί νόμο του κράτους (Ν.3422/2005) (αυτός δεν καταργήθηκε μέχρι αυτή τη στιγμή) και της οποίας το άρθρο 4 συστήνουμε προς ανάγνωση σε όσους δεν το γνωρίζουν.
Θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει τα παραπάνω ως ήσσονος σημασίας ζητήματα ή άσχετα με τα τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα σε οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Δεν μπορούμε όμως να αποφύγουμε τον παραλληλισμό αυτού που συμβαίνει στην Ικαρία (σε μικρότερη βέβαια κλίμακα) με αυτό που συμβαίνει στη χώρα : Σε εθνικό επίπεδο με πρόσχημα τη σωτηρία μας καταλύεται κάθε έννοια συνταγματικής νομιμότητας με απουσία δημοκρατικών διαδικασιών και με οδυνηρές συνέπειες για το μέλλον των πολιτών. Σε τοπικό επίπεδο, ένας ακόμα «σωτήρας» ιδιώτης έρχεται να μας λύσει προβλήματα που δημιούργησε η απουσία του κράτους, το οποίο με τη σειρά του χωρίς να λάβει υπόψη τη γνώμη των ντόπιων αδειοδοτεί μια εγκατάσταση με τις γνωστές σοβαρές περιβαλλοντικές της επιπτώσεις. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο καταλύεται και το γνωστό άρθρο 24 του Συντάγματος. Οπωσδήποτε πρόκειται για την ίδια νεοφιλελεύθερη πολιτική που δεν αφήνει τίποτα όρθιο στο δρόμο προς αυτό που έχει ονομάσει «πράσινη ανάπτυξη», αγνοώντας τους πολίτες και παραδίνοντας τη δημόσια περιουσία στους μεγαλοεπενδυτές.
Στην περίπτωση της παραγωγής ενέργειας κυριαρχεί η ίδια λογική του συγκεντρωτισμού που εφαρμόζεται και στο πολιτικό σύστημα: κεντρικές εγκαταστάσεις παραγωγής – κεντρικός πολιτικός σχεδιασμός. Τι θα μπορούσε να αντιπροτείνει κανείς; - Μικρές αποκεντρωμένες εγκαταστάσεις ΑΠΕ και φυσικά συμμετοχή στις αποφάσεις εκείνων που το μέλλον τους καθορίζεται από αυτές: των πολιτών.
Πρέπει λοιπόν να γίνει αντιληπτό από όλους ότι η προστασία του περιβάλλοντος δεν αποτελεί ζήτημα που συνήθως εγείρουν κάποιοι περίεργοι, αλλά άρθρο του συντάγματος (στο βαθμό που μπορούμε ακόμα να το επικαλούμαστε) άρα πολύ καλά έκανε ο Δήμος Ικαρίας και το συμπεριέλαβε στην προσφυγή του. Ελπίζουμε το επιχείρημα αυτό να αποτελεί την αφετηρία της σκέψης των διοικούντων και απαράβατη αρχή στη συζήτηση που συνεχίζεται.
Μιχάλης Φωτιάδης
micfotiadis@gmail.com