ο λαχειοπώλης του ουρανού

Σαν σήμερα, το 1994, έφυγε ο Μάνος Χατζιδάκις. Ο Μάνος στη ζωή, τη μουσική, την πολιτική. "Η σκέψη της ημέρας" μέσα στο προεκλογικό καμίνι.

Αυτό είναι το δεύτερο άρθρο που γράφω για τον Μάνο Χατζιδάκι. Το πρώτο το πέταξα προ ολίγου γιατί τελειώνοντάς το κατάλαβα πως το μεγαλύτερο μέρος του, είχε καταλάβει η θαυμαστή για μένα ζωή του. Όχι πως αυτό δεν είναι κομμάτι της ουσίας, μα όποιος θέλει να τη μάθει, θα τη βρει στα βιβλία. Εδώ μιλάμε για τα «δικά μας», με όση ευρύτητα μπορεί να περιέχει αυτός ο όρος – και περιέχει. Για αυτό κι εγώ θέλω να πω για τον «δικό μου» Μάνο …

Μίκης ή Μάνος; Πάντα μπαίνει αυτό το ανούσιο δίλημμα όταν μιλάς για κάποιον από τους δυο. Κι εγώ, έχοντας κουτά πέσει σε τούτη την παγίδα και αναφανδόν απαντήσει υπέρ του πρώτου εδράζοντας τον ως την επίσημη προτίμηση μου (και εξακολουθώ), αφέθηκα συντοχρόνως σε μια κρυφή … ακουστική και νοητική σχέση, παράνομη σχεδόν, με τον Μάνο, τη ζωή του και το υλικό του.

Έφυγε … 15 χρόνια πριν, στις 15 Ιουνίου 1994. Το θυμάμαι σαν χτες αυτό• ήμουν στο υπόγειο του παππού μου όταν το ανακοίνωσαν οι ειδήσεις. Θα πρέπει να είχαμε ευρωεκλογές κοντά γιατί θυμάμαι πως κρατούσα ένα φυλλάδιο με τους υποψηφίους που μας μοίραζαν όλα τα κόμματα. Μπορεί να μην θυμάμαι καλά και να τα μπερδεύω. Όμως λέγαμε για τον Μάνο…

Τον Μάνο «τρομοκράτη», όταν το 1949, 23 χρονών τότε, δίνει την περίφημη διάλεξη του για το ρεμπέτικο σοκάροντας σε μεγάλο βαθμό την «αστική» κοινωνία, κάτι που θα επαναλάβει πολλές φορές αργότερα με ιδιαίτερη, υποψιάζομαι, ευχαρίστηση!

Τον Μάνο … εμπνευστή, που περνώντας από τόσες και τόσες διοικητικές θέσεις και συγκρουόμενος με τη συντήρηση και τα συμφέροντα κάθε «τοποθέτησης», εμπνεύστηκε άλλες τόσες οάσεις δημιουργίας, από τις «Μουσικές Γιορτές» στα Ανώγεια μέχρι την έκδοση του περιοδικού «Τέταρτο» και από το 3ο Πρόγραμμα της ΕΡΑ, στον «Σείριο» και από εκεί στην «Ορχήστρα των Χρωμάτων».

Τον Μάνο του  Όσκαρ, όταν το 1960 βραβεύεται για τα «Παιδιά του Πειραιά». Είχε μια σκασίλα … τελευταία στιγμή γλύτωσαν το αγαλματίδιο (το οποίο δεν πήγε να παραλάβει), απ’ το να το πετάξει στα σκουπίδια! Για να μην αναφερθούμε στην κατοπινή θέση του απέναντι σε ορισμένα – υπέροχα και ας λέει ό,τι θέλει- μουσικά του έργα για τον κινηματογράφο.

Τον Μάνο … και την «παρέα του», όταν την περίοδο 1940-43 συναναστρέφεται με τον Γκάτσο, τον Σεφέρη, τον Ελύτη, τον Τσαρούχη, τον Σικελιανό ή όταν με τα το ’50 συνδέεται με τον Εγγονόπουλο, τον Μόραλη, τον Βακαλό, τον Χατζηκυριάκο – Γκίκα και αναδεικνύουν τον νεοελληνικό πολιτισμό συνδέοντας τον με μορφές της δυτικής τέχνης.

Ναι ήταν αστός. Ποτέ δεν το αρνήθηκε. Ναι ήταν στους … «συντηρητικούς». Τι αστεία που μοιάζει ετούτη η κατάταξη όταν μιλάς για εκείνον! Ένα ΕΠΟΝίτης, που ακολούθησε τους «Ενωμένους Καλλιτέχνες» και ξυλοκοπήθηκε από Αλφαμίτες. Μα ποιο στόμα είπε πιο σκληρά και αληθινά λόγια για την παράταξή του από αυτό του Χατζιδάκι; Ποιος έριξε καθαρότερη ματιά πάνω στα πράγματα φροντίζοντας να στηλιτεύσει σθεναρά τόσο την πατριδοκαπηλία όσο και τον λαϊκισμό; Πήρε σκληρή θέση για την χούντα και κράτησε την δική του ιδιαίτερη στάση απέναντι στο προοδευτικό κίνημα. Ακέραιος. Έδειξε μουσικά τον τρίτο δρόμο, μακριά από το Αγοραίο και το Στρατευμένο που επικρατούσε στην μεταπολιτευτική κουλτούρα.

Επέκρινε, όπως είπαμε, κάθε παράταξη, κυρίως την δική του. Βαθύτατα προοδευτικός, συκοφαντήθηκε από τους συντηρητικούς κάθε πλευράς και από τις φυλλάδες τους. Παρενέβαινε «υπερκομματικά» συνεχώς καταδεικνύοντας το ουσιαστικό, επικρίνοντας το πρόστυχο και υμνώντας το αληθινό: Από την συνέντευξη με τον Λεωνίδα Κύρκο το 1985 για την επιβίωση του ΚΚΕ εσωτερικού, στην συμμετοχή του στην πορεία της Πρωτοβουλίας Αναρχικών το 1990 και από τη στηλίτευση της στάσης κάποιων της παράταξης του απέναντι στα θέματα υγείας του Ανδρέα Παπανδρέου το 1993, στα αξεπέραστα σχόλια του στο «Τρίτο  Πρόγραμμα». Ακριβολόγος, υπαινικτικός, ποιητικός, μαγικός. Τα τελευταία, μου τα έκανε δώρο σε ένα σι-ντι ένας φίλος κάποτε, πριν χρόνια … κι έτσι άρχισαν όλα!

Μα βλέπω πως και πάλι για την ζωή του σας μίλησα. Και όχι για την μουσική του. Ίσως τελικά να το έχω πιο πολύ ανάγκη αυτό, βλέποντας την τριγύρω μας φαυλότητα. Μου λείπει ένας τέτοιος Μάνος σήμερα. Ένας Μάνος που ποτέ δεν γνώρισα, που σχεδόν δεν τον πρόλαβα! Δε ξέρω γιατί, αλλά πέρα από τις μελωδίες του, κρατώ την βαθιά προοδευτική του στάση που πήγαινε κόντρα τόσο στην σαπίλα της συντήρησης όσο και στον λαϊκισμό και την ευκολία της, τάχα μου, προόδου.

Και από την άλλη, τι μπορώ εγώ να πω για την μουσική του καλύτερα από τα ίδια του τα έργα. Όλα φέρνουν έναν περίεργο ίλιγγο, από τους «Όρνιθες» μέχρι την «Πορνογραφία». Πιο καλά δεν είναι να ακούσετε ένα κομμάτι του; Να προτείνω ένα; Την «προσωπογραφία της Μητέρας μου» από το «Χαμόγελο της Τζοκόντας». Απλώς να έχετε στο νου πως μιλάμε για έναν άνθρωπο που ξεκίνησε να εργάζεται ως εκφορτωτής στο λιμάνι του Πειραιά, παγοπώλης στο εργοστάσιο του Φιξ, υπάλληλος σε φωτογραφείο, βοηθός νοσοκόμος στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο και κατέληξε να «υπηρετεί» ως … λαχειοπώλης του ουρανού!

 

Αδιαφορώ για τη δόξα. Με φυλακίζει μες τα πλαίσια που καθορίζει εκείνη κι όχι εγώ.  Πιστεύω στο τραγούδι που μας αποκαλύπτει και μας εκφράζει εκ βαθέων κι όχι σ’ αυτό που κολακεύει τις επιπόλαιες και βιαίως αποκτηθείσες συνήθειες μας. Περιφρονώ αυτούς που δεν στοχεύουν στην αναθεώρηση και στην πνευματική νεότητα, τους εύκολα «επώνυμους» πολιτικούς και καλλιτέχνες, τους εφησυχασμένους συνομήλικους, τη σκοτεινή και ύποπτη δημοσιογραφία καθώς και την κάθε λογής χυδαιότητα.

Έτσι κατάφερα να ολοκληρώσω την τραυματισμένη από την παιδική μου ηλικία προσωπικότητα, καταλήγοντας να πουλώ «λαχεία στον ουρανό» και προκαλώντας το σεβασμό των νεωτέρων μου, μια και παρέμεινα ένας γνήσιος Έλληνας και Μεγάλος Ερωτικός.

Μάνος Χατζιδάκις

Κωνσταντίνος Βατούγιος
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στις 15 Ιουνίου 2009 στο kavopapas.gr/press

ikariastore banner