Στους μεταγενέστερους

Μπέρτολντ Μπρέχτ
μετάφραση: Τίτος Πατρίκιος

 
Αλήθεια. Σε μαύρα χρόνια ζω.

Τα λόγια που δεν κεντρίζουν είναι σημάδι χαζομάρας. Ένα λείο μέτωπο αναισθησίας. Εκείνος που γελάει δεν έχει μάθει ακόμα.τις τρομερές ειδήσεις.

Μα τι καιροί λοιπόν ετούτοι που είναι έγκλημα σχεδόν όταν μιλάς για δέντρα γιατί έτσι παρασιωπάς χιλιάδες κακουργήματα.

Αυτός εκεί που διασχίζει ήρεμα τον δρόμο ξέκοψε ολότελα από τους φίλους του που βρίσκονται σε ανάγκη.

Είναι σωστό: το ψωμί μου ακόμα το κερδίζω. Όμως πιστέψτε με: είναι εντελώς τυχαίο.

Έχω γλυτώσει κατά σύμπτωση. (λίγο η τύχη να με αφήσει, χάθηκα).

Μου λένε φάε και πιες.

Να σαι ευχαριστημένος που έχεις!

Μα πως να φάω και να πιω, όταν το φαγητό μου το αρπάζω από τον πεινασμένο όταν κάποιος διψάει για το ποτήρι το νερό που έχω;

Κι ωστόσο τρώω και πίνω.

Θα θελα ακόμα να μουνα σοφός.

Τα αρχαία βιβλία λένε τι είναι η σοφία: μακριά να μένεις από τις επίγειες συγκρούσεις και δίχως φόβο την ζωή σου να περνάς.

Θεωρούν σοφό ακόμα, το δρόμο σου να τραβάς αποφεύγοντας την βία.

Στο κακό ν ανταποδίδεις το καλό. Να μη χορταίνεις τις επιθυμίες σου αλλά να τις ξεχνάς.

Μου είναι αδύνατο να πράξω όλα ετούτα.

Αλήθεια σε μαύρα χρόνια ζω.

Ήρθα στις πόλεις την εποχή της αναστάτωσης. Όταν εκεί βασίλευε η πείνα.

Ήρθα μες στους ανθρώπους την εποχή της ανταρσίας. Και ξεσηκώθηκα μαζί τους. Έτσι κύλησε ο χρόνος που πάνω στην Γη μου δόθηκε.  

Το ψωμί μου το ΄τρωγα ανάμεσα στις μάχες. Για να κοιμηθώ πλάγιαζα ανάμεσα στους δολοφόνους. 

Αφρόντιστα δινόμουνα στον έρωτα. Κι αντίκριζα την φύση χωρίς υπομονή.

Έτσι κύλησε ο χρόνος που πάνω στη γη μου δόθηκε.

Στον καιρό μου οι δρόμοι φέρνανε στη λάσπη. Η μιλιά μου με κατέδιδε στον δήμιο. Λίγα περνούσαν από το χέρι μου.

Όμως αν δεν υπήρχα οι αφέντες θα στέκονταν πιο σίγουρα, αυτό έλπιζα τουλάχιστον.

Έτσι κύλησε ο χρόνος που πάνω την γη μου δόθηκε.

Οι δυνάμεις ήταν μετρημένες . Ο στόχος βρισκόταν πολύ μακριά. Φαινόταν ολοκάθαρα, αν και για μένα ήταν σχεδόν απρόσιτος.

Έτσι κύλησε ο χρόνος που πάνω στην γη μου δόθηκε.

Εσείς που θα αναδυθείτε μέσα από τον κατακλυσμό που εμάς μας έπνιξε, όταν για τις αδυναμίες μας μιλάτε, σκεφτείτε και τα μαύρα χρόνια που εσείς γλυτώσατε.

Εμείς περνάγαμε, αλλάζοντας χώρες πιο συχνά από παπούτσια. Μέσα από ταξικούς πολέμους, απελπισμένοι σαν βλέπαμε την αδικία να κυριαρχεί και να μην υπάρχει εξέγερση.

Κι όμως το ξέραμε: ακόμα και το μίσος ενάντια στην ευτέλεια παραμορφώνει τα χαρακτηριστικά. Ακόμα κ η οργή απέναντι στην αδικία, βραχνιάζει την φωνή.

Αλλοίμονο, εμείς που θέλαμε να ετοιμάσουμε τον δρόμο στην φιλία, δεν καταφέραμε να μαστε φίλοι ανάμεσα μας.

Όμως εσείς, όταν θα ρθει ο καιρός ο άνθρωπος να βοηθάει τον άνθρωπο, να μας θυμάστε με κάποια επιείκεια.  

Για τους «νέους», με την υπενθύμιση ότι οι καλύτερες ευχές είναι οι πράξεις.

Καλαί  γιορταί!

Γιώργος Θαλάσσης των πτήσεων
giwrgos.thalassis.fl@gmail.com