Εκείνο που οι Αμερικάνοι
όταν έρχονται, ονομάζουν
καμιά φορά Ωκεανό
γιατί δεν φαίνεται
τίποτα στον ορίζοντα
σαν να είναι η άκρη
κάποιας ηπείρου,
αφού βρέξει και έχουν πλυθεί
οι αιθέρες και έχει απλωθεί
σιγαλιά, τότε πότε-πότε
μου δίνει
και βλέπω
διάφορα.
Παραδείγματος χάριν:
Πρώτα, τα δελφίνια,
κι ύστερα μια ψαρόβαρκα
που κάθε μέρα ψαρεύει
επίμονα στο ίδιο σημείο.
Στο βάθος, μακριά στο κανάλι
περνούν φορτηγά φορτωμένα ίσως
τσιμέντο, σιτάρι, αυτοκίνητα,
εκτυπωτές. Και γιγαντιαία
πετρελαιοφόρα.
Αργότερα λίγο πριν σουρουπώσει,
μπορεί να δω σαν φάντασμα να περνάει
καμιά πυραυλάκατος,
ή ένα -πιο ειρηνικό-
μικρό ιστιοπλοϊκό
που θέλω να πιστεύω
πως θα 'ναι κανείς
Νορβηγός που κάνει
το γύρο του κόσμου,
ή ακόμα ίσως μια φίλη μου
που βαρέθηκε “να κάνει
αθροίσεις σε χοντρά
λογιστικά βιβλία”.
Όταν νυχτώνει περνούνε περίλαμπρα
τα κρουαζιερόπλοια: Μασσαλία,
Νάπολη, Μύκονος, Έφεσος.
Ίσως την ίδια ώρα, απ' την άλλη μεριά
ξεκινούν να περάσουν απέναντι
στα μουλωχτά γυναικόπαιδα
μετανάστες τους προμαχώνες
του Κάστρου Ευρώπη.
Κι επιτέλους κάποια ώρα
διασχίζει το μαύρο τελάρο
κάτι πιο οικείο, το καράβι
απ' τον Πειραιά, εκείνο που
φέρνει τον καφέ μου και τα τσιγάρα μου.
Φωτοβολίδες, ανεμοστρόβιλοι, παράξενες αναλαμπές,
σύννεφα σαν αρχάγγελοι, μια φορά μου φάνηκε πως
είδα ένα φυσητήρα (διάβασα κι έμαθα πως πράγματι
συχνάζουν), μεγάλα πουλιά, γερανοί, πελαργοί, αγριόκυκνοι.
Μια μέρα ονειρεύομαι πως θα φανεί εκείνο
το μαύρο πειρατικό με τα πενήντα κανόνια
που γράφει ο Μπρεχτ στο τραγούδι του Βάιλ,
ίσως ακόμα την ίδια την Pirate Jenny,
θριαμβεύουσα.
Γιατί στο πέλαγο μπορεί να δει κανείς
otinanai
Γιατί στο πέλαγο...