Ηλίας Μαμαλάκης: Ο απολογισμός του καλοκαιριού

Photo: Trina Grace @Flickr

Ήταν ένα παράξενο καλοκαίρι αυτό που μόλις τελείωσε. Μπόλικη αναδουλειά, αρκετή μελαγχολία συνδυασμένη όμως με ψυχραιμία και μια μεγάλη τάση αναλυτικής κριτικής σε ό,τι συνέβαινε γύρω μου. Από τα μεγάλα πολιτικά γεγονότα έως τις κουβέντες των φίλων. Λένε ότι όποιος κριτικάρει πολύ χάνει την ουσία της ζωής. Πάντως εγώ δεν κριτίκαρα ποτέ τα ανούσια δελτία ειδήσεων και τις τρομολάγνες εκπομπές που για να κερδίσουν ακροαματικότητα φοβίζουν τον κόσμο.
Ναι είναι αλήθεια λατρεύουμε τον τρόμο. Μην μας πεις καλό το γράφουμε στα παλιά μας τα παπούτσια. Τρόμαξέ μας όμως, φόβισέ μας, κάνε μας μπου! και εκεί θα κολλήσουμε και θα ακούσουμε προσεκτικά. Θα τον γλεντήσουμε τον φόβο μας.

Δεν πρέπει όμως να φοβάστε.

Ό,τι γίνεται ήταν προδιαγεγραμμένο από χρόνια. Κάποιοι τη στιγμή που έπρεπε ή φοβήθηκαν να αντιδράσουν ή τα πήραν και σιώπησαν και η πορεία μας στον πάτο συνεχίζεται. Όλοι όσοι έχουν το κάτι τις τους το στέλνουν έξω να έχουν όταν θα καταρρεύσει η χώρα οικονομικά, επισήμως εννοείται, γιατί ουσιαστικά έχει ήδη καταρρεύσει. Οι κλέφτες πανηγυρίζουν, γίνονται βλέπεις πιο πλούσιοι. Και όλοι πλούσιοι, φτωχοί, πάμφτωχοι, επαίτες περιμένουμε. Τι ακριβώς κανείς δεν ξέρει.

Πάντως φαίνεται ότι η χώρα μας είναι σαν αγωνιστικό ποδήλατο δηλαδή με πολλές ταχύτητες.

Οι του παμπλούτου ξεφοβήθηκαν και ξανάβγαλαν τα χιλιάδες κυβικά στο δρόμο. Τα παραλιακά ποτάδικα τίνγκα στον νεαρόκοσμο που εξοικονομώντας από 30-100 ευρώ από την οικογένεια ή αλλού πάει και τα τρώει σε μια νύκτα σε ένα καλά φωτισμένο μαγαζί με κακά ποτά χωρίς καρέκλες, αγενείς σερβιτόρους και αυτιστική μουσική. Κάποια πλουσιόπαιδα και ανάμεσα τους μερικά νεόπτωχα συναγωνίζονται για το ποιος θα ανοίξει τις περισσότερες σαμπάνιες, να ανεβάσει φωτογραφίες στο facebook να έχει τα περισσότερα like.

Ήμαρτον θεέ μου. Στο παλιό λιμάνι των Χανίων τα βράδια μαζεύονται 2000 άτομα που με λίγα ή πολλά τρώνε από ένα παγωτό του περιπτέρου έως πλούσιες ποικιλίες με τσικουδιές ακούγοντας μουσική, φλερτάροντας και επιδεικνύοντας τα καινούργια ρουχαλάκια. Πολλά από αυτά από πανέρι. Και πολλοί μα πάρα πολλοί κατεβαίνουν στην Ομόνοια και τα πέριξ για μια μερίδα φαγητό από δημοτικά και εκκλησιαστικά συσσίτια. Και κάποιοι νέοι που προσπαθούν να κτίσουν το μέλλον τους βλέπουν ήδη κλειστές πόρτες μπροστά τους. Ο Γιάννης παλιοσειρά από τα παλιά μου λέει:
- Ηλία μου ευτυχώς γεράσαμε νωρίς.
- Δεν γεράσαμε Γιάννη μου, αλλά ωριμάσαμε, αλλά ομολογώ ότι η πολλή ωριμότητα οδηγεί στη σήψη και στο οριστικό τέλος.

Κυκλοφόρησα ανάμεσα από όλα αυτά. Δεν με συγκίνησε σχεδόν τίποτε. Πορευόμουν μόνος μου ή με μικρή παρέα, πολύ κουβέντα απολαμβάνοντας τη θάλασσα, τη μουσική, τους αρχαιολογικούς χώρους. Σε μερικές περιπτώσεις σε αυτούς ήμουν ο μόνος Έλληνας ανάμεσα σε εκατοντάδες ξένους τουρίστες. Το λέγω ευθαρσώς είμαι χορτάτος και αντικειμενικά και μεταφορικά. Αν δω τον κυρ Μιχαλάκη μπροστά μου με τη σπάθα του να μου φωνάζει: «Ηλία παιδί μου έλα έχουμε δρόμο μέχρι το υπερπέραν» δεν θα παραπονεθώ καθόλου, θα κοιτάξω προς τα πίσω και η ματιά – σκέψη μου δεν θα μπορέσει να αγκαλιάσει όλα όσα έχω κάνει καλά ή κακά. Χόρτασα ζωή, αισθήματα και συναισθήματα, λύπη και χαρά, άνοδο και κάθοδο, γρήγορο καλπασμό στα μονοπάτια, αμέτρητες εμπειρίες ζωής, φιλίες και έχθρες, νόστιμο φαγάκι, καλά ποτά και ακριβά κρασιά.  Όμως ό,τι και αν πεις πάντα θες να έχεις ένα μέλλον.

Όπου και να με πάει ο κυρ Μιχαλάκης στην κόλαση ή στον παράδεισο θα εξασκήσω το επάγγελμα που αγάπησα πιο πολύ απ’ όλα «παραμυθάς». Θα τους τρελάνω τους κολασμένους.

Δεν παρακολούθησα ούτε ένα λεπτό τους χυδαίους, αγγλικής εκδοχής, Ολυμπιακούς αγώνες, δεν είδα τούρκικα σίριαλ, μαγείρεψα λεπτεπίλεπτα φαγάκια που τα μοιράστηκα με φίλους και τα παιδιά τους, πήγα στην Κρήτη στο χωριό του μπαμπά μου και για πολύ λίγο στην αγαπημένη Σαντορίνη. Μάζεψα τα όβολά μου και αντί να πάω προς την Αχερουσία πήγα στην Τανζανία.

Τανζανία, λοιπόν, μια προσομοίωση του παραδείσου επί της γης.  Στην ουσία είναι δύο κράτη, το Σουλτανάτο της Ζανζιβάρης και η πάλαι ποτέ Τανγκανίκα. Το ένα με τροπικές ζούγκλες, φυτείες μπαχαρικών, ζαχαρένιες παραλίες με τυρκουάζ νερά, υπέροχο φαγητό του δρόμου που απόλαυσα χωρίς φόβο και δεν έπαθα τίποτε και από την άλλη η Σαβάνα του Σερενγκέτι με τα ζώα ελεύθερα να σε κοιτάνε σαν μεζεδάκι και εσύ μαντρωμένος σε ένα βαρύ θωρακισμένο τζιπ. Σαν στρατιωτική θητεία ήταν το ταξίδι. Ξυπνάγαμε αξημέρωτα, πετάγαμε χαμηλά με μικρά αεροπλανάκια, κτυπιόμαστε δεκάωρα στους χωματόδρομους με τζιπ, κάναμε ατελείωτες πορείες στις φυτείες μπαχαρικών και καταδύσεις ανάμεσα από χιλιάδες πολύχρωμα ψάρια. Υπέροχα ξενοδοχεία στη μέση του πουθενά (ξένων συμφερόντων) και νόστιμα φαγάκια. Παντού φτώχια καταραμένη. Πουθενά στα χωριά ηλεκτρικό, νερό από την κοινόχρηστη βρύση και χώμα για πάτωμα στις καλύβες.

Οι άνθρωποι ήταν χαρούμενοι, χαμογελαστοί, συναλλάσσονταν με φωνές και παζάρια. Υπήρχε μια ανεμελιά στον αέρα, δεν έβλεπα μουτρωμένους ούτε στενοχωρημένους. Κατά πάσα πιθανότητα στα λίγα φαρμακεία της χώρας να μην πωλούνται αντικαταθλιπτικά γιατί δεν υπάρχει κατάθλιψη.

Θυμήθηκα τις διακοπές στο χωριό μου στην Αγία Γαλήνη τη δεκαετία του 50. Νερό από το σταμνί, μπάνιο στη σκάφη που και που, λάμπες πετρελαίου εκτός από τα καφενεία που είχανε λουξ και λεπτό στρώμα τσιμέντου στο πάτωμα. Έτσι πρέπει να είναι ο παράδεισος φτωχός και χαμογελαστός, γι’ αυτό σας λέω είμαστε πλούσιοι, ακόμα και εάν φτάσει το πετρέλαιο το 1,5 ευρώ. Θα βρούμε τρόπους να το γλυτώσουμε, ξυλόσομπες, τζάκια, πέλετς ξύλου στους καυστήρες και χαμηλότερη μέση θερμοκρασία.  Βεγγέρες με μακαρονάδες, μουσική, χορό μεταξύ μας χωρίς έξοδα.

Την τηλεόραση την κόβω σιγά-σιγά. Δεν δέχομαι να συμμετέχω στην απίστευτη κομπίνα των αποκωδικοποιητών (εντολή Ευρωπαϊκής Ένωσης). Πιάνω 3 κρατικά κανάλια, πιάνω την Κύπρο και αυτά μου είναι αρκετά. Πρέπει να αντισταθούμε δυνατά και σταθερά. Όχι μέσω πολιτικών παπαρολογιών, αλλά μέσα από την καθημερινότητά μας να ρίξουμε μια ματιά τριγύρω μας και να βοηθήσουμε όποιον έχει την ανάγκη μας όποτε μπορούμε και όταν μπορούμε. Τόπο στα νιάτα, δώστε ευκαιρία στους νέους. Κάντε ένα βήμα πίσω για να προχωρήσουν αυτοί. Να μην ξεχνάτε ότι η ζωή είναι κύκλος και ο κύκλος γυρίζει - μόνο που θέλει λίγο σπρώξιμο.

protagon.gr

Ο κ. Ηλίας Μαμαλάκης προλογίζει το βιβλίο μαγειρικής: «Ούλα είναι φάδια της κοιλιάς: Η κουζίνα της Ικαριάς & οι συνταγές της ζωής μας» που μπορείτε να το βρείτε στο ikariastore.gr πατώντας εδώ.

ikariastore banner