πτήση

Ακούμπησε το χέρι της απαλά. Ούτε κι ο ίδιος δεν πίστευε αυτό που είχε μόλις τολμήσει να κάνει. Είχε περάσει την τελευταία ώρα βυθισμένος σε σκέψεις, κοιτώντας τα μακριά μαλλιά της, με το Ικάριο Πέλαγος να λάμπει στο φως του φεγγαριού πίσω της. «Τι να κάνω;» αναρωτιόταν με αγωνία. «Τι θέλει…;». Την ήξερε χρόνια, αλλά μόνο από μακριά. Την ήξερε όμως, απ’ αυτά που τού ‘λεγαν, που διάβαζε, που έβλεπε από μόνος του κάθε φορά που κοιτούσε τη φωτογραφία της. Όταν τη γνώρισε στ’ αλήθεια, τίποτα δεν ήταν έκπληξη, εκτός από το πρόσωπό της. Ήταν ακριβώς όπως την είχε φανταστεί: ατίθαση, ομιλητική, κάπως κουρασμένη και μελαγχολική στα μάτια, αλλά μονίμως γελαστή. Δεν ήξερε πως χαμογελούσε περισσότερο επειδή ήταν αυτός κάπου τριγύρω.

«Πόσο θά ‘θελα να ήμουν ερωτευμένη μαζί του… Τώρα, μόνο για λίγο, για να μπορέσω να ζήσω αυτή τη στιγμή, με ένα συναίσθημα που έχω να νιώσω χρόνια, μόνο γι’ αυτόν», σκέφτηκε καθώς κοιτούσε το μελαγχολικό του πρόσωπο ν’ ακούει. Αυτό το βιολί τους πήρε και τους σήκωσε εκείνο το βράδυ. Δεν ήξερε πως ήταν ήδη ερωτευμένη μαζί του.

Θα μπορούσε να τον κοιτάζει για πολλές ώρες ακόμα, αλλά ο φόβος πως μπορεί να σήκωνε το βλέμμα του ξαφνικά και να την έβλεπε, την έκανε τελικά να κοιτάξει αλλού χαμογελώντας, όπως πάντα. Δεν την πείραζε που δεν ήταν δικός της, ούτε που τελικά έγινε ένας απλός φίλος της. Την ένοιαζε μόνο που ήταν εκεί, μαζί του, για λίγο, μέχρι να φύγουν κι οι δύο και όλα να ξαναγίνουν κανονικά. Μέχρι τότε όμως, όλα μπορούσαν να είναι μαγικά…

Τους άρεσε που μοιράζονταν τη σιωπή τους περπατώντας, ακούγοντας το βιολί να παίζει τον Ικαριώτικο, κάπου στα βάθη του νησιού. Τις λιγοστές φορές που βρέθηκαν μαζί ήξεραν πως είχαν πολλά να πουν και τα είπαν. Τώρα που ξέρουν όσα ήθελαν να μάθουν, μπορούν μόνο να περπατούν δίπλα δίπλα και να μιλούν όταν η μιλιά είχε να πει και όχι να φτύσει κάτι.

Τότε, μέσα στη σιωπή τους ήταν που την άγγιξε. Ήταν η πρώτη φορά που το έκανε αυτός. Μέχρι τότε μόνο αυτή άπλωνε το θρασύ κι αυθόρμητο χέρι της πάνω του. Αυτός, ψυχρός και κύριος, δεν άφηνε κανένα περιθώριο παρεξήγησης: ήταν με άλλη. Δεκτόν. Ούτε κι αυτός ήξερε πως ήταν ερωτευμένος μαζί της όμως.

Σε τούτο το νησί, γάργαρα αισθήματα ρέουν ανέμελα μέσα τους χωρίς να τους ρωτήσουν και μια γλυκειά θλίψη σκεπάζει τις γεμάτες ευτυχία βόλτες τους. «Πόσο θά ‘θελα αυτή η στιγμή να κρατούσε για πάντα...» σκέφτηκαν και οι δύο ταυτόχρονα και βράδυναν το βήμα τους. Ήθελαν ν’ ακούσουν: το βιολί και ο ένας τη σκέψη του άλλου. «Εσένα αγαπώ» της είπε σιγανά σα να ντρεπόταν που δεν αγαπούσε πια την άλλη και το χέρι που κρατούσε το χέρι της άγγιζε τώρα το πηγούνι της. Και όλος ο κόσμος υπήρχε τώρα γι’ αυτήν...

Αλεξία Παλαιστή
alexpalester@yahoo.gr

ikariastore banner