Στη Σαμοθράκη δεν έχω πάει ποτέ. Λένε ότι πρόκειται για έναν επίγειο παράδεισο, όπου γίνεσαι ένα με την φύση , την ιστορία και την ενέργειά του. Πριν λίγες μέρες βρέθηκα στην Πόλη του Φωτός και είχα παράλληλα την ευκαιρία να ταξίδεψω νοερά στο βορειοανατολικό Αιγαίο. Στο Μουσείο του Λούβρου, συνάντησα τη Νίκη της Σαμοθράκης . Με τον δικό της μοναδικό τρόπο μου ψυθίρισε όλα τα μυστικά του νησιού και της υποσχέθηκα ότι θα επισκεφτώ σύντομα τον τόπο της.
Πρώτη φορά την είδα από κοντά . Την ξέρω πολλά χρόνια τη Νίκη ! Διαβάζαμε γι’αυτήν στο Πανεπιστήμιο. Την έχω δει να πρωταγωνιστεί πολλές φορές σε εκπαιδευτικά ντοκιμαντέρ, αλλά και σε διθυραμβικά κείμενα που έχουν κατά καιρούς δημοσιευτεί . Την έχω συναντήσει ακόμα να στολίζει την πλατεία της Ευρώπης στο Montpellier , όταν ήμουν φοιτήτρια erasmus, τότε που με περηφάνια μιλούσα στους ξένους συμφοιτητές μου για την ελληνική της καταγωγή. Όσα όμως και να γνώριζα από πρίν για την ύπαρξη της, την ώρα που ανέβαινα τις σκάλες Daru για να την πλησιάσω , ένιωσα ότι είχα ξεχάσει τα παντα. Το ανάστημά της μαζί με την πλώρη που την υποβαστάζει , αγγίζει τα 5,57 μέτρα και εντυπωσιάζει. Η παρουσία της είναι τόσο δυναμική που σε καθηλώνει. Είναι έρωτας με την πρώτη ματιά. Δεν ακούς, δεν σκέφτεσαι, απλώς σοκάρεσαι από την ομορφιά , την μεγαλοπρέπειά της και συνεχίζεις να την κοιτάς με δέος . Οι επισκέπτες την είχαν περικυκλώσει και είχαν επιδοθεί στο αγαπημένο σπορ της εποχής , βγάζοντας μαζί της δεκάδες σέλφι ανα δευτερόλεπτο. Αγνόησα σύντομα τη βαβούρα του αχόρταγου κοινού και ξαφνικά ένιωσα ότι ήμουν στην αίθουσα μόνη μαζί της . Τότε κατάλαβα ότι καμία παράγραφος και καμία φωτογραφία δεν μπορεί να περιγράψει καλύτερα το μεγαλείο της, όσο τα ίδια μας τα μάτια . Γιατί τα μάτια βλέπουν την αλήθεια, δεν μοντάρουν τα πλάνα, είναι αυστηροί κριτές και εκτιμούν δίκαια την αυθεντικότητα της ομορφιάς.
Εδώ και έναμιση χρόνο, η Νίκη απασχολεί έντονα τα φώτα της δημοσιότητας παγκοσμίως και όχι άδικα. Το 2013 και 150 χρόνια ακριβώς μετά την ανακάλυψή της , οι Γάλλοι αποφασίζουν να της κάνουν ένα υπέροχο δώρο. Μέσα από μία ευφυέστατη διαδικτυακή καμπάνια, το Μουσείο του Λούβρου τους καλεί όλους να γίνουν ”Μαικήνες” και να συμβάλλουν με τον οβολό τους στην πραγματοποίηση ενός πρωτοποριακού έργου συντήρησης για το γλυπτό. Η καμπάνια ευαισθητοποίησε το κοινό και συγκεντρώθηκαν με επιτυχία 1.000.000 ευρώ, ποσό που εκτοξεύτηκε στα 3.000.000 ευρώ μαζί με πρόσθετες χορηγίες. Η Νίκη απουσιάζει από τη θέση της για 10 μήνες και ανοίγει ξανά τα φτερά της στο κοινό στις 14 Ιουλίου του 2014, γιορτάζοντας παράλληλα και την Εθνική Επέτειο των Γάλλων . Το οπτικό αποτέλεσμα της συντήρησης είναι πραγματικά εκθαμβωτικό. Το παριανό μάρμαρο έλαμψε ξανά και η πλώρη κίνησε για νέα ταξίδια. Η Νίκη της Σαμοθράκης, εμφανώς ανανεωμένη, ακτινοβολεί κυριολεκτικά μέσα στο Λούβρο, χαρίζοντας γενναιόδωρα στους επισκέπτες ελληνικό φως, αλλά και μία αξέχαστη βιωματική εμπειρία.
Αυτό το άγαλμα, δεν είναι σαν όλα τ’άλλα που ρίχνεις μια φευγαλέα ματιά και στη συνέχεια απομακρύνεσαι. Έχει ένα χάρισμα. Επικοινωνεί μαζί σου ! Για την ακρίβεια , όσο το παρατηρείς είναι σαν να βλέπεις να διαδραματίζεται μπροστά σου η σκηνή μίας καλοσκηνοθετημένης θεατρικής παράστασης : Ο αιγαιοπελαγίτικος άνεμος φυσάει ορμητικά και η Θεότητα με τα φτερά της διάπλατα ανοιγμένα, τα πλούσια ενδύματα της να ανεμίζουν, στρέφει ελαφρώς το κορμί της και προσγειώνεται σε μαρμάρινη πλώρη πλοίου, για να φέρει τα χαρμόσυνα νέα της νίκης. Ο χιτώνας που φορά , από την ένταση του αέρα , αγκαλιάζει το σώμα της διαγράφοντας τον απόλυτο αισθησιασμό του γυναικείου κορμιού, ενώ το πανωφόρι της παρασύρεται προς τα πίσω και χαρίζει έντονη κίνηση και ζωντάνια στο γλυπτό. O Ruben Dario γνωστός και ως ”ο πρίγκιπας των Ισπανικών γραμμάτων ”, γοητευμένος από τη θέα του γλυπτού είχε εκφράσει τον θαυμασμό του με δυο κουβέντες : Το διάσημο τούτο άγαλμα δεν έχει μάτια και βλέπει. Δεν έχει στόμα και ρίχνει την υπέρτατη κραυγή. Δεν έχει χέρια και αγκαλιάζουν το άπειρο τα μαρμάρινα φτερά του. Και θα συμφωνήσω μαζί του, γιατί πράγματι η Νίκη μαγεύει τον επισκέπτη , ακόμα κι αν τα χέρια και το πρόσωπό της απουσιάζουν.
Κάνοντας μία σύντομη ιστορική αναδρομή έως τα μέσα του 19ου αι. , ξέρουμε ότι η το άγαλμα βρέθηκε στην Παλαιόπολη της Σαμοθράκης. Η θέση του ήταν σε υπαίθριο υπερηψωμένο σημείο πίσω από το Ιερό των Μεγάλων Θεών όπου πραγματοποιούνταν Μυστήρια . Οι Μεγάλοι Θεοί ή αλλιώς Κάβειροι θεωρούνταν προστάτες της θάλασσας και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που επισκέφτονταν το Ιερό για να ”μυηθούν” , ώστε να κατοχυρώσουν ασφάλεια και προστασία στα μακρινά τους ταξίδια. Κατά την διάρκεια εντατικής έρευνας που πραγματοποιούσε πυρετωδώς το 1863 ο Γάλλος αρχαιολόγος Charles Champoiseau στην περιοχή, ένας εργάτης φώναξε δυνατά ” Κύριε, Έυραμεν μια γυναίκα! ” Αμέσως μετά και με συνοπτικές διαδικασίες, η ταλαιπωρημένη Νίκη -που βρέθηκε αρχικά μισή, χωρίς κορμό και σπασμένα φτερά- μάζεψε τα κομμάτια της και σάλπαρε για λιμάνια ξένα , αφήνοντας πίσω της για πάντα την τότε Οθωμανοκρατούμενη Σαμοθράκη .
Μέχρι σήμερα η χρονολόγηση του έργου δεν έχει οριστεί με βεβαιότητα. Όμως η εκφραστική ελευθερία στο πλάσιμο της μορφής , το συναίσθημα που φορτίζει την ατμόσφαιρα και η θεατρικότητα του, είναι στοιχεία που επιβεβαιώνονται σε πολλά έργα της ελληνιστικής εποχής (323 – 31 π.Χ. ). H Νίκη γεννήθηκε περίπου το 190 π. Χ. Το όνομα του καλλιτέχνη παραμένει ακόμα άγνωστο, όμως το σκληρό γκριζωπό μάρμαρο της πλώρης που πατάει, μαρτυρά την Ροδίτικη καταγωγή της. Σύμφωνα με την επικρατεστερη άποψη, το άγαλμα δοθηκε από τους Ροδίους στην Σαμοθράκη ως δωρεά , για να στολίσει το Ιερό των Μεγάλων θεών, με αφορμή την νίκη τους σε μία σημαντική Ναυμαχία το 190 π.Χ. Γι’αυτόν τον λόγο μέχρι σήμερα γνωρίζουμε ότι πιναθόν να φιλοτεχνήθηκε το ίδιο έτος.
Έργα σαν την Νίκη της Σαμοθράκης, επανέρχoνται δυναμικά μετά από αιώνες και συγκινούν την Ευρώπη του 17 ου αι. εμπνέοντας πολυάριθμους καλλιτέχνες και καθιερώνοντας το λεγόμενο ελληνιστικό μπαρόκ στην γλυπτική , την ζωγραφική και την αρχιτεκτονική. Είναι πραγματικά συγκλονιστικό να παρατηρεί κανείς την εξέλιξη της τέχνης στο πέρασμα των εποχών και την αναβίωσή της στο ευρύ καλλιτεχνικό φάσμα. Η Νίκη της Σαμοθράκης έχει αποδείξει περίτρανα ότι δεν την βαραίνει το παρελθόν της. Θα συνεχίσει να πετάει ψηλά στη σφαίρα του χρόνου εμπνέοντας πολλές γενιές ακόμα, αλλά και να μοιράζει απλόχερα την πολυπόθητη νίκη που χρειάζεται ο καθένας για την δική του προσωπική μάχη.