Η Λουκία, η Φώτω, η Πιτταρού, ο Ζάχαρός της, αναρωτιέσαι αν υπήρξαν ποτέ αυτοί οι άνθρωποι.
Η Πιτταρού με τα αστεία της και με την όρεξή της για χορό, ακόμη και στα εβδομήντα ή ογδόντα της και βάλε, κι ο Ζάχαρος (Οικονόμου), Ζαχαρίας ήταν το όνομά του, το Ζάχαρος θα πρέπει να ήταν μεγεθυντικό λόγω του ύψους του, με το κουρείο του στον ΄Αγιο, κουρείο με τρεις κουρείς παρακαλώ! Τα θυμάται όλα αυτά κι άλλα ακόμη ο μεγάλος μας αδελφός που τα είχε ζήσει, αφού έφυγε από το νησί στα δέκα του περίπου χρόνια. ΄Ισως και έντεκα. Ο ίδιος πήγαινε και βοηθούσε σε ένα άλλο κουρείο του Αγίου, στου Ελευθερίου και του έδινε το αφεντικό κανένα πενηνταράκι για χαρτζιλίκι. Τι βοήθεια; Να, έφερνε στους ώμους με ένα ξύλο για μπόζι δύο ντενεκάκια νερό για το κούρεμα και μετά καθάριζε με τη βούρτσα τους πελάτες από τις τρίχες. ΄Οταν τέλειωνε, έβαζε τα παπούτσια -κάτι ελβιέλες- στον ώμο, τα έδενε με τα κορδόνια τους κι έτρεχε «αξυπόλητος» από το μόνο δρόμο για το χωριό από την πρωτεύουσα, τα σκαλιά, πολλά σκαλιά ν’ ανέβει και να φτάσει στις συνήθειές του, στα τοπία του-όπως το Πυργί- και τα υπαίθρια παιχνίδια του με Κυπαρισσάκο Γιώργο, με Βασίλη Σακούτη, με την Πόλυ της Ισμήνης της Παμφίλη -ξαδέλφη μας, την Ευγενούλα του Μάρκου, τη Νίκη τη Γλαρού και τον Ξένο τον Ξυλά, αρκετά μεγαλύτερο που ήταν ο πρώτος θάνατος φίλου, το πρώτο μεγάλο πλήγμα στην παιδική του ψυχή.
Για την ακρίβεια, ο Ξένος δεν ήταν ακριβώς ο σύντροφος των παιδικών παιχνιδιών. ΄Ηταν ο φίλος από απόσταση, ο μεγαλύτερος που τον θαυμάζεις για κάποια του κατορθώματα. Αυτός λοιπόν ο έφηβος ήταν για τον μεγάλο μας αδελφό κάτι σαν κι αυτό που ήταν ο «Τάκης Πλούμας»* για τον ποιητή Μιλτιάδη Μαλακάση. Ο δεκάχρονος περίπου μεγάλος αδελφός θυμάται ότι εκείνος ο μεγάλος φίλος ύψωνε έναν χαρταετό και μετά παγίωνε τη θέση του χάρτινου πουλιού καρφώνοντας στο έδαφος την πιάστρα του. Ο αετός με την πολύχρωμη ουρά του πετούσε έτσι όλη μέρα στον ουρανό και ήταν σε ένα τέτοιο σημείο το πέταγμά του που μπορούσαν να το βλέπουν μέσα από την αίθουσα διδασκαλίας οι μαθητές του Δημοτικού. Τον έβλεπαν πράγματι και πετούσαν μαζί του. Ταξίδευαν στους δώδεκα ουρανούς κι ας έλεγε ο Σκάρος το μάθημα έχοντας πάντα δίπλα του έτοιμη τη μακριά ρίγλα για να την καταφέρει πάνω στους άτακτους.
Εκείνα, τα παιδιά του, ήταν εκεί κι ήταν κι αλλού.΄Οπου πιο όμορφα μπορούσε να είναι ένα μικρό παιδί, στον κόσμο του ονείρου, στο ταξίδι ψηλά. Κι αυτό το φανταστικό ταξίδι το χρωστούσαν στο ευφάνταστο μυαλό του φίλου τους.
Ο Ξένος, λοιπόν, αδελφός της Μαίρης της Ξυλά που μένει ακόμη στον Χριστό Αγίου Κηρύκου, και των άλλων Ξυλάδων Κώστα κλπ., πέθανε από πέτρα, όταν ο ίδιος έκτιζε μαζί με άλλους δεκαεπτάχρονο παιδί περίπου τον δρόμο από του Κοτσαμπή ως τη Λευκάδα στον παραλιακό του Αγίου. Τότε ο αδελφός μας περί τα έντεκά του χρόνια είχε ήδη φύγει από το σχολείο του χωριού, είχε μετακομίσει με την οικογένειά του στην Αθήνα.
Ο Κατσίκας ο Στέφος με τη βάρκα του.΄Ηταν η μεγάλη μορφή για μας στο Συρτικό ή στου Τσουκαλά ...Γιατί είχε ένα σπιτάκι με τη βάρκα του μέσα. Κι όποτε περνούσαμε λέγαμε εδώ είναι η βάρκα του Κατσίκα. Ο Στέφος αυτός ήταν και στη Φιλαρμονική του Αγίου μαζί με το πατέρα μας.
Από την άλλη μεριά και στην πρόσφατη μνήμη, μένει ο Κουκνάς ο Γιάννης, από τα χωριά μας στο νότιο μέρος του νησιού που μετακόμισε στα βόρεια. Ο Κουκνάς με την καλοσύνη του και με τους κήπους του. Ο Κουκνάς και με τα σαπούνια του που έφτιαχνε τα τελευταία χρόνια.
Ηρώ Τσαρνά - Κόχυλα
irotsarna@yahoo.gr
*Ήρωας των παιδικών χρόνων του Μαλακάση( 1869-1943) και ήρωας του ποιητή αυτού στο γνωστό ποίημά του :
Ο Τάκης Πλούμας Στα παιδικά μου χρόνια, ο πιο μεγάλος/ αξάδερφός μου, μ’ έπαιρνε μαζί/ στα πανηγύρια, που ήτανε, παρ’ άλλος,/ πρώτος στην ομορφιά και στην ορμή./ Τι ωραίος ! τον θυμούμαι, αστροβολούσε/ καβάλα στο φαρί του, βυσσινιά/ φέρμελη χρυσοκέντητη εφορούσε,/ γιορντάνια από βενέτικα φλουριά/...Κι εγώ, λίγο ξοπίσω του, όλο θάμπος./ στο γληγορο αλογάκι μου κι εγώ,/ δυνόμουν ναν τον φτάνω, κι ήμουν σάμπως/να ‘χα φτερά, κορμάκι αερινό./...Ω το λεβέντη του Μεσολογγιού μας,/τον ήλιο της αυγούλας μου ζωής!/ Και να μετρώ και να ‘ναι ο Τάκης Πλούμας,/τριαντατρία χρόνια μες τη γης.../
Διαβάστε τις ελεύθες πτήσεις της Ηρώς Κόχυλα – Τσαρνά.