Αναρωτιόμουν πάντα..γιατί ένας Ίκαρος να κείτεται στη γη της Σικελίας; Έλεγα ότι η θάλασσα, αυτή που χωρίζει, ενώνει κιόλας, κι εδώ, στον Ακράγαντα, στη θάλασσα αυτή των ναών και με τη θάλασσα νότιο προπύργιο της κοιλάδας, ακόμα κι εδώ ταιριάζει.

Καλοκαίριασε πια για τα καλά και εν μέσω θερμών εξελίξεων επικαιρότητας, αναλύσεων και καυτών θερμοκρασιών, σκέφτηκα λίγο να σε δροσίσω: Θα σου παρουσιάσω βήμα βήμα την αγαπημένη μου συνταγή για Cheesecake!

Απ’ το δώμα του Πλάστη σταλμένη{...} στο μικρό αλλ’ ανδρείο νησί. Το σιγοτραγουδούσαμε παιδιά και καμαρώναμε. Κι άμα ερχόντανε τ’ Αθηναιάκια στο νησί, εμείς ξιπαζόμασταν «...γιατί εμείς έχουμε και δικό μας ύμνο! Αμέεε... Εσείς έχετε;»

Το θέατρο στην πλατεία έλαμπε εκθαμβωτικά εκείνο το βράδυ. Κάθε σκαλιστή λεπτομέρεια στους κίονες και τις αψίδες του, διακρινόταν ολοκάθαρ . Ο κρυφός φωτισμός έδινε την αίσθηση ότι το κτήριο ήταν αυτόφωτο.

Ο Ιούνιος έχει μπει για τα καλά και οι ζέστες έχουν ήδη αρχίσει να εμφανίζονται στην Αθήνα με τα 30άρια να μας ταλαιπωρούν ακόμα περισσότερο. Η αρχή του καλοκαιριού λοιπόν με βρίσκει στην Αθήνα καθώς ως φοιτήτρια διαβάζω και εγώ για την καλοκαιρινή εξεταστική. Κάπου ανάμεσα στις σημειώσεις μου και στην όλη αναστάτωση που επικρατεί κάθε φορά κατά την διάρκεια της εξεταστικής, το μάτι μου πέφτει σε μια φωτογραφία που είχα τραβήξει πέρυσι στο νησί μου,την Ικαρία. Αν και η καταγωγή μου είναι από τον Πόντο, το νησί αυτό το αγάπησα από την αρχή, λες και οι ρίζες μου είναι από εκεί.

Μεσάνυχτα. Τα φώτα σβήνουν. Σκοτάδι. Μια φλούδα φεγγάρι μόνο. Μια δοξαριά από βιολί κι αμέσως μετά η τσαμπούνα. Τρεις φωτιές ανάβουν και τις ταΐζουν με μαγιάτικα στεφάνια. Νέοι και γέροι πηδούν τη φωτιά, ένας ένας ή και ανά δύο, παλικάρια γεμάτα ορμή και πάθος για ζωή, κοπέλες που περιμένουν την προφητεία του κλήδονα. Οι φλόγες υψώνονται θυσία στον ουρανό και σμίγουν με τις μυρωδιές του νησιού. Κι ο Διόνυσος πιάνεται απ’ τους ώμους με τον Αϊ – Γιάννη και χορεύουν τον Ικαριώτικο.

Η ιστορία που θα σας πω είναι πέρα για πέρα αληθινή και επίσης είναι η πρώτη φορά που θα μιλήσω γι' αυτήν ύστερα από 25 χρόνια. Ονομάζομαι Βαγγέλης και είμαι από την Αθήνα Η πρώτη μου επαφή με το νησί έγινε τυχαία, όταν ήμουν 17 χρονών, από έναν παιδικό φίλο που πήγαινε διακοπές με την γιαγιά του στα Θέρμα κάθε καλοκαίρι λόγω λουτρών και μου πρότεινε αν ήθελα να περάσω λίγες μέρες μαζί τους. Δεν είχα οικονομικό πρόβλημα. Πήγαινα στον ΟΑΕΔ σχολείο και έκανα την πρακτική μου στην ΕΑΒ ταυτόχρονα, οπότε είχα τα λεφτά μου.

Πριν από δεκαπέντε χρόνια μια παρέα Αθηναίων είχε φτάσει στην Ικαρία. Είχαν ακούσει πολλά για το Χριστό, για το φούρνο που άφηνες χρήματα κι έπαιρνες το ψωμί, για τα μαγαζιά που κλείνανε στις τρεις το πρωί και ήθελαν να γνωρίσουν αυτό το περίεργο χωριό.

Πάσχω από αναβλητικότητα. Οξείας μορφής. Και, ως λογικό παρελκόμενο, ασχολούμαι με τις υποχρεώσεις μου την ύστατη στιγμή, λίγο ακριβώς πριν το deadline που λένε και στο χωριό μου. Στην φοιτητική μου ζωή έχω βιώσει αρκετές τέτοιες περιστάσεις, και καθεμιά ορκίζομαι πως θα είναι η τελευταία, πως την επομένη φορά θα ξεκινήσω από νωρίς και θα παρκάρω νωρίς. Η μονή φορά όμως που αυτό δεν είναι τόσο προβληματικό, είναι κάθε χρόνο τέτοια εποχή.

Θα έχεις ακούσει τελευταία, για έναν νέο δρόμο, παραλιακό που έχει ολοκληρωθεί - ακόμα όχι ο καλύτερος δυνατός είναι η αλήθεια - που ενώνει την νοτιοδυτική πλευρά του νησιού, τα χωριά του Πάπα, με την υπόλοιπη Ικαρία.

Σελίδες

ikariastore banner