Πώς θα σου φαινόταν αν άκουγες Αυγουστιάτικα από τους επισκέπτες συνέχεια αυτή την ερώτηση: «Μα πότε επιτέλους θα ηρεμήσει η θάλασσα;» Πώς θα αισθανόσουν αν έπρεπε να απολογηθείς για τον καιρό, κάθε φορά, σε κάθε έναν ξεχωριστά. Για τον καιρό, που πραγματικά δε μπορεί κανείς να κάνει τίποτα, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, ποιος ξέρει, μπορεί κάποτε να ανακαλυφθούν κάποιοι τρόποι ελέγχου(!).
Αλήθεια, αν σου έλεγαν να βρεις τη γεύση του καλοκαιριού, ποια θα σου ερχόταν πρώτη να πεις; Εγω θα έλεγα σύκο. Μα θα μου πεις γιατί όχι καρπούζι, γιατί όχι πεπόνι, ροδάκινο ή σταφύλι; Γιατί όχι άλλα τόσα....ναι οκ.
Θα έλεγα σύκο και δεν το παίρνω πίσω ό,τι κι αν πεις και θα σου εξηγήσω αμέσως το γιατί:
«Χόρτα με λεμόνι, θα της τα πας που της αρέσουν; Μόλις τα έβρασα». Το κοριτσάκι πήρε το πιάτο κι απομακρύνθηκε κάτω απ’ τον καυτό ήλιο του καλοκαιριού. Περπάτησε για λίγη ώρα στο χωματόδρομο έως εκεί που ξεκινούσε το μονοπάτι για το σπίτι. Το κοίταξε από χαμηλά, πέτρινο ασοβάτιστο με πύργο. Χωρίς ίχνη ζωής.