Δεν κλείνω την Ελλάδα σ' ένα μικρό νησί …

Διαβάζοντας  αποσπάσματα από τον «Μικρό Ναυτίλο», κεφάλαιο  ΜΥΡΙΣΑΙ ΤΟ ΑΡΙΣΤΟΝ (ΧΙV)  του Οδυσσέα Ελύτη, καίγονται τα μάτια μου απ την αρμυρά των δακρύων μου…απ' την αρμυρά που ρούφηξαν βλέποντας  το απέραντο γαλάζιο καθώς μεγάλωσα  εκεί…
 
Tα «ανώτερα μαθηματικά» που σπούδασε ο ποιητής στο «Σχολείο της Θάλασσας» όπως λέει και ο ίδιος, είχαμε την ευκαιρία να τα διδαχτούμε και εμείς «οι νέοι», σίγουρα  σε  βαθμό όχι τόσο ανώτερο…
 
Σκόρπιες κάποιες πράξεις  που έμαθε στ’ ανώτερα μαθηματικά στο Σχολείο της Θάλασσας.

 

Εάν αποσυνδέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις.
 
Ένα βαθύ πράσινο οι ελιές της ζωής μου απ’ το παράθυρο, όταν μελαγχολικά κοιτούσα έξω αφού δε μπορούσα να βγω να παίξω εξαιτίας του βροχερού νοτιά …και ένα βαθύ κόκκινο στα δάκτυλα απ’ το κρύο, όταν ήταν καιρός να γευτούμε το νέκταρ των θεϊκών καρπών…
 
Ένα καλοσχηματισμένο αμπέλι από ψηλά, ήταν το πρώτο σημάδι ότι έφτανα στο σπίτι μου. Το μάζεμα το σταφυλιών δεν ήταν καθόλου ευχάριστο. Όμως μια τεραστία λαχταρά στα τέλη του Αύγουστου, εξαφάνιζε κάθε δυσαρέσκεια γιατί ερχόταν η στιγμή που θα έμπαινα στο πέταλο μαζί με  τον πάππου να πατήσουμε τα σταφύλια. Εκστασιαζόμουν στην ιδέα ότι με την πρώτη ευκαιρία θα κλέψω και λίγο μούστο για να πιω …
 
Και το καράβι που ίσα ίσα έβλεπα απ’ την αυλή να διασχίζει τη θάλασσα, ήταν τόσο ικανό να σου δίνει υπέρτατη χαρά και άλλοτε υπέρτατη λύπη.
 


 Ένας “Αναχωρητής” για τους μισούς είναι, αναγκαστικά, για τους άλλους μισούς, ένας “Ερχόμενος”.
 
Γιατί τη μια άδειαζε,  την άλλη  γέμιζε η απόμερη γειτονιά μου από αναχωρητές και ερχόμενους …
 
Και γιατί τον μεγαλύτερο βράχο εκεί στο αστάχυ, λίγο πιο πέρα απ το σπίτι, τον ονόμαζα «καράβι» γιατί μου έδινε τη δυνατότητα να βλέπω τον ορίζοντα και τον βόρια να ασπρίζει τη θάλασσα. Και τότε πραγματικά νόμιζα πως ό,τι βλέπω είναι όλος  ο κόσμος …
 

 

Ένα δειλινό στο Αιγαίο περιλαμβάνει τη χαρά και τη λύπη σε τόσο ίσες δόσεις που δεν μένει στο τέλος παρά η αλήθεια.
 
Αμέτρητες οι αλήθειες στα δειλινά, εκεί πάνω στο «καράβι» παρόλο που τότε, είχα την τάση να τις μεταμορφώνω μόνο σε πικρές και στο τέλος, προτιμούσα να τις κάνω ένα  σκέτο «μηδέν». Έτσι ήταν πιο ήπιες, πιο ανώδυνες  …
 
Όμως ο πάππους είχε εκείνη τη μαγική ικανότητα να αναιρέσει αυτό το μηδέν  γιατί  έγινε … ποιητής. Και  οι ποιητές όταν μιλάνε για αλήθειες, ακόμη και για τις πιο πικρές, κάπως τις γλυκαίνουν…
 
Το πρώτο του ποίημα ήταν η αλφαβήτα χαραγμένη στην άσπρη πόρτα του δωματίου του  - δεν είχε μάθει γράμματα. Στα νιάτα του κυρίως πολεμούσε. Κυριολεκτικά και μεταφορικά.
 
Λίγο λίγο την αποστήθιζε. Τον έβλεπα να «ξανοίγει» τα γράμματα πάνω στην πόρτα πολλές φορές στην διάρκεια της μέρας . Λίγα χρόνια  μετά,  συνειδητοποίησα ότι όταν έπεφταν οι υπότιτλοι στα έργα συλλάβιζε τις λέξεις!
 
Δεν έχει σημασία που ο χρόνος γι’ αυτόν κυλούσε τόσο γρήγορα μέχρι την επομένη σκηνή και δεν προλάβαινε ποτέ να ολοκληρώσει κι ας σφιγγόταν η δική μου καρδιά. Σημασία έχει ότι τα κατάφερε. Μπορούσε να διαβάσει.
 
Και μέσα από αυτό, μ’ έκανε να υποψιαστώ ότι εάν αποδεχόμουν  και τις πικρές αλήθειες μου, θα μπορούσα να γίνομαι και εγώ ένας μικρός ποιητής και κάπως να τις γλυκάνω ….
 
Και τότε έφυγε  το μηδενικό απ τα δειλινά μου.
 
Αυτά μου έφερε στο νου  «ο Μικρός Ναυτίλος». Ποιητές, Θάλασσες, Αμπέλια ….
 
Κάποτε με ρώτησε ένας ταξιδευτής: "μόνο για την Ικάρια μιλάς, έχεις πάει σε αλλά μέρη; Πώς κλείνεις όλην την Ελλάδα σε μικρό νησί;"
 
Δεν κλείνω την Ελλάδα σε ένα μικρό νησί …
Απλά αυτό το  μικρό νησί είναι που  με έκανε  να πρωτονιώσω  την  Ελλάδα και ευτυχώς με κάνει ακόμη …

Η ευτυχία είναι η ορθή σχέση ανάμεσα στις πράξεις (σχήματα)
και στα αισθήματα (χρώματα). Η ζωή μας κόβεται, και οφείλει να
κόβεται, στα μέτρα που έκοψε τα χρωματιστά χαρτιά του ο Matisse.

Κική Τσαντίρη
t_kyriaki@yahoo.com