Ο γάμος έγινε στους Αγίους Αναργύρους στο Καραβόσταμο, ένα καλοκαίρι περίπου 70 χρόνια πριν το γάμο της δεύτερης Ευτυχίας -το δικό μου δηλαδή! - στο ίδιο μέρος. Η γιαγιά δεν φοράει νυφικό, δεν έχουν γαμήλιες φωτογραφίες και στο γάμο τους δεν πήραν παρά μόνο δύο δώρα που η γιαγιά κρατούσε χρόνια για ενθύμιο. Μεταπολεμική Ελλάδα, θα μου πεις, δύσκολες εποχές.
Όμως το πιο συγκινητικό ήταν η απλότητα της ίδιας όταν σε ερώτηση της κόρης της γιατί δεν της έφεραν δώρα, απάντησε με κατανόηση χαμογελώντας: «Να, επειδή ο μπαμπάς είχε Κρητική καταγωγή, νόμιζαν όλοι πως παίρνω πλούσιο!»
Ο γαμπρός, ο παππούς Νικόλας, καταγόταν κατά το ήμισυ από την Ικαρία. Η μάνα του –η Μαρία – γεννήθηκε στο Μηλιωπό και έφυγε ανήλικη για την Αλεξάνδρεια όπου γνώρισε και κακοπαντρεύτηκε Κρητικό. Μάλιστα, κακοπαντρεύτηκε! Μεγάλο μούτρο ήταν αυτός ο Κρητικός, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία. Τουλάχιστον ήταν όμορφος! Και έκανε και τον γιο του πολύ όμορφο, χωρίς αμφιβολία! Τόσο όμορφο που όλοι έλεγαν πως έκανε για ηθοποιός. Δεν τον γνώρισα γιατί έφυγε νέος, ως γνήσιος καλοζωιστής, χωρίς καμία έκπτωση σε οινοποσίες και φαγητό, επιβαρύνοντας την ευπαθή καρδιά του.
«Α Ευτυχάκι μου, εγώ θα την ζήσω την ζωή μου, πόσα χρόνια; Πέντε, δέκα ακόμα; Αλλά θα τα ζήσω καλά!»
Δεν του θυμώνω, αντιθέτως τον θαυμάζω που αν και γνώρισε δύσκολα παιδικά χρόνια –ενώ, τι ειρωνεία, την ίδια στιγμή ως ξενάκι τον νόμιζαν για πλούσιο πίσω στο νησί– δεν τον πτόησαν η φτώχια και η εγκατάλειψη. Αντιθέτως, το φιλοσόφησε και παρέμεινε ως το τέλος της ζωής του αυτό που λέμε μπον βιβέρ! Αυτό ήταν και η μόνη κληρονομιά που μας άφησε. Να μάθουμε να ζούμε το τώρα, το σήμερα όσο καλύτερα μπορούμε με ό,τι έχουμε. Τουλάχιστον εγώ το έχω αποδεχτεί σαν κληρονομιά, γιατί με συμφέρει! Και γιατί βρίσκω αυτή τη δύναμη της ψυχής του πολύ σημαντικότερη από την δύναμη της ομορφιάς του…μια ομορφιά που δεν εκμεταλλεύτηκε ποτέ και υπήρξε υπόδειγμα αγάπης και σεβασμού προς το άλλο του μισό.
Το Ευτυχάκι ήταν από την άλλη ένα, όχι τόσο όμορφο – αν και σε εκείνη μοιάζουμε όλοι οι απόγονοι!-, μα σίγουρα αγαπημένο παιδί του Καραβόσταμου ! Η μεγάλη της αδερφή, η Καλλιόπη, ήταν δασκάλα και μέσω εκείνης γνωρίστηκε με τον παππού και τη μάνα του, προγιαγιά Μαρία, που ερχόταν με κάθε ευκαιρία πίσω στο Μηλιωπό. Μια τέτοια ευκαιρία περίμενε και ο αξιότιμος σύζυγός της και της «σήκωσε» το σπίτι πίσω στην Αλεξάνδρεια και εξαφανίστηκε με τους κόπους μιας ολόκληρης ζωής, αφήνοντάς την με ένα μωρό στην αγκαλιά.
Ναι, ζωντοχήρα την γνώρισε την πεθερά της η γιαγιά, πράγμα όχι και τόσο αποδεκτό και εύκολο εκείνες τις εποχές. Το αγάπησε το Ευτυχάκι, όμως, η Μαρία από την πρώτη στιγμή. Εξάλλου και η οικογένεια της γιαγιάς, το Κατσαρολέικο, ήταν πάντα φιλήσυχοι και, τολμώ να πω, προοδευτικοί άνθρωποι, μιας και ποτέ δεν πίεσαν κανένα από τα παιδιά τους για τις επιλογές του. Όπως και οι δικοί της γονείς παντρεύτηκαν από έρωτα, έτσι αποδέχτηκαν τον έρωτα της κόρης τους με το «ορφανό» ξενάκι. Κι ας σήμαινε πως το μόνο κορίτσι που είχε απομείνει κοντά τους (την Καλλιόπη και τη Νίκη, την άλλη τους κόρη τις έχασαν και επιπλέον η πιο μεγάλη απ’ όλες, η Τερέζα είχε ήδη φύγει στην Αλεξάνδρεια), θα έφευγε και αυτό για πάντα από το νησί.
Σχετικές λέξεις το πάντα και το ποτέ. Για πάντα έφυγε η γιαγιά μου για την Αίγυπτο με τον άντρα της και την πεθερά της, όμως το ίδιο για πάντα κουβαλούσε μέσα της την Ικαρία. Και πάντα γύριζε, έστω για λίγο. Εκείνους τους δύσκολους καιρούς με τα πλοία και τις βάρκες, μικρόσωμη και ισχνή, φορτωμένη σακιά με ό,τι μπορούσε να κουβαλήσει από την Αίγυπτο. Για όλους. Το μόνο που της έγραφε η μάνα της και την έκανε να κλαίει ακόμα και πολλές δεκαετίες μετά, ήταν που μαράζωσε ο γάτος και την έψαχνε στα σκαλιά του σπιτιού. Μου έκανε εντύπωση που έκλαιγε για ένα ζωντανό που είχε τόσα χρόνια πριν. Αργότερα κατάλαβα πως ίσως μέσα από αυτό εξέφραζε όλο τον καημό και το παράπονο της ξενιτιάς που κατά τα άλλα σαν εύχαρις και υπομονετικός άνθρωπος δεν μπορούσε να εκδηλώσει διαφορετικά.
Ξενάκι παντρεύτηκε λοιπόν, κατά φαντασίαν -του κόσμου- πλούσιο, και έγινε και αυτή η νύφη ξενάκι με τη σειρά της. Στα βαθιά γηρατειά, χτυπημένη από πολλά στη ζωή και έχοντας πια απώλεια μνήμης, την πήγαμε βόλτα στην Κρήτη, θυμάμαι. Βλέπετε η θεία μου (κόρη της και αδερφή του πατέρα μου) την αγαπάει την Κρήτη, γιατί, όπως και να έχει, είναι και αυτή καταγωγή μας, η πατρίδα που δεν γνώρισε ο πατέρας της. Το Ευτυχάκι, λοιπόν, χρόνια πια εγκατεστημένο στην Αθήνα, καταλάβαινε πως δεν είναι «σπίτι» της εκεί.
«Μα που εξοριστήκαμε εδώ πέρα, πού είμαστε;»
«Στην Κρήτη, στο χωριό» της απαντούσε. Τίποτα εκείνη, πάλι το ξεχνούσε.
«Ξέρεις» – μου λέει με παράπονο- «είναι ένας άθρωπος που δεν έχει, μάτια μου, να ζήσει…στο χωριό. Και εγώ κάθε μέρα κάτι του κρατώ από το τσουκάλι κι έρχεται από πίσω από την κουζίνα και το παίρνει. Τώρα που λείπουμε, δεν θα με βρίσκει, πρέπει να γυρίσω πίσω! Μα που εξοριστήκαμε εδώ πέρα;»
Γιατί η μόνη πατρίδα και το μόνο σπίτι που θυμάται είναι η Ικαρία…όλα τα άλλα μια εξορία.
Ευτυχία Βασάλου
eftichia.Vasalou@firstdata.com
Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις της Ευτυχίας Βασάλου.
ΟΙ ΝΥΦΕΣ ΤΗΣ ΙΚΑΡΙΑΣ στο #ArteisErota το φεστιβάλ του ikariamag στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 2017: Ανοίξτε τα οικογενειακά σας αρχεία, βρείτε φωτογραφίες (όλων των εποχών) από νύφες της Ικαρίας (φωτογραφημένες είτε στο νησί είτε και αλλού, μόνες τους ή και με τον γαμπρό ή και τις οικογένειες τους), φωτογραφίστε τις (καθαρές) ή σκανάρετέ τις (σε υψηλή ανάλυση) και στείλτε τις στο info@ikariamag.gr. Χρήσιμο (ίσως και απαραίτητο) θα είναι να συνοδεύεται τη φωτογραφία σας και με στοιχεία: Το όνομα σας, ημερομηνία φωτογραφίας, τόπος, ονόματα απεικονιζομένων, 2 γραμμές για τον έρωτα ή τον γάμο τους, ακόμα και μια μικρή ή και μεγάλη ιστορία. Διαβάστε περισσότερα εδώ.
Επίσης για το Artεις Έρωτα; Πάρε μέρος στις Ιστορίες Έρωτα & Αγάπης στην Ικαρία
Παράλληλες ενέργειες από το ikariamag.gr:
- Μπες κι εσύ στο... παράθυρο της Ικαρίας!
- Οι δικές σας εικόνες από την Ικαρία του Χτες