Στα παιδικά μου χρόνια, την δεκαετία του πενήντα, δεν είχαμε “ράδιο” στο σπίτι.
Στον Άγιο Κήρυκο είχε ένα ράδιο Telefunken ο Δήμος Ροπαλίδης, ράφτης, πόντιος φιλόσοφος, που αγαπούσε πολύ τα παιδιά. Το ραφείο του ήταν ένα είδος γιάφκας… Εκεί αφήναμε τα πηλήκια και τα παίρναμε μόνο όταν θέλαμε να πάμε στην πλατεία. Μας μετρούσε με ένα ορθογώνιο τρίγωνο και χάραζε στον τοίχο το ύψος και την ημερομηνία. Στα χέρια του ψήλωσα τουλάχιστον μια πιθαμή και έμαθα πολλά μυστικά της ραφτικής. Μας έβαζε και ακούγαμε το ράδιο, κυρίως μουσική ''δυο μύλοι μυκονιάτικοι'', με την ξηρά μπαταρία που όλο τελείωνε, αλλά την αντικαθιστούσε με μια άλλη, πάνω στην οποία ακουμπούσε το ζεστό σίδερο με τα κάρβουνα και έτσι ξαναγέμιζε. Ποτέ δεν μας έλεγε ποιανού ήταν το κουστούμι που ράβαμε ή σιδερώναμε, ήταν επαγγελματικό μυστικό. Διότι ''μπορεί να τον έχεις δανείσει χρήματα και με αυτά ράβει την κουστουμιά'', μας εξηγούσε.
Ράδιο, Philips, είχε και ο Βαγγέλης Μοραΐτης, ζαχαροπλάστης. Οι πάστες του, το παγωτό η κοπενχάγη που έφτιαχνε δεν υπάρχουν σε αυτόν τον πλανήτη. Το παγωτό το φτιάχναμε κάθε απόγευμα το καλοκαίρι, όλα τα παιδιά μαζί. Γυρνούσαμε τη ρόδα της παγωτομηχανής με τον πάγο και το αλάτι και ακούγαμε ποδόσφαιρο. Η αμοιβή μας ήταν να γλύψουμε τη φτερωτή.
Ράδιο είχε και ο νονός μου, ο Χρήστος Κράτσας, ένα αμερικάνικο Zenith πολύ εντυπωσιακό και με πολλά κουμπιά. Εκείνος άκουγε ''την φωνή της Αμερικής''.
Στο Καταφύγι και στο Καραβόσταμο υπήρχαν ένα - δυο ράδια. Εκείνοι που τα είχαν άκουγαν συστηματικά στα βραχέα το “Ράδιο Βουκουρέστι”, το "Σας μιλούν τα Τίρανα", το “Ράδιο Πράγα”, το “Ράδιο Μόσχα” με σήμα τις καμπάνες του Κρεμλίνου και τη ''Φωνή της Αλήθειας'' με σήμα τον ''αητό''. Όταν υπήρχε ναυτικός στο σπίτι, άκουγαν και το ''ράδιο Αθήνα'' στα βραχέα και τα μηνύματα των ναυτικών.
Εκείνη την εποχή, ένας ναυτικός, έφερε από τη Σοβιετική Ένωση ένα ραδιόφωνο που δούλευε με πετρέλαιο! Ήταν μια λάμπα πετρελαίου που με κάποιον εναλλάκτη θερμότητας παραγόταν ρεύμα με το οποίο έπαιζε ένα ραδιόφωνο. Θαύμα θαύμα, και διάβαζες και άκουγες. Όλοι θαύμαζαν πόσο είχε προοδεύσει ο Σοβιετικός λαός.
Ο φίλος Γιάννης Λομβαρδάς μου διηγήθηκε τις δικές του ραδιοφωνικές αναμνήσεις:
«Στα δικά μου παιδικά χρόνια, το μοναδικό ραδιόφωνο που υπήρχε στον Άγιο Κήρυκο, το είχε ο Μανώλης Δρόσος. Ο Δρόσος ήταν ένας δραστήριος και προοδευτικός Κρητικός, παντρεμένος με τη Γραμματική Γκιουρέμου από τις Λαψαχάδες, που είχε φέρει τον ηλεκτρισμό στον Άγιο Κήρυκο, αλλά και τον κινηματογράφο, που λειτουργούσε στην ισόγεια αίθουσα του κοινοτικού μεγάρου. Η πρώτη εικόνα που έχει μείνει στη μνήμη μου από το ραδιόφωνο, ήταν τη μέρα που έμπαινε ο γερμανικός στρατός στην Αθήνα. Όταν ο ραδιοφωνικός σταθμός της Αθήνας μετέδιδε το γεγονός της κατάληψης της Αθήνας από τους Ναζί, οι Αγιοκηρυκότες είχαν κατακλείσει τα δωμάτια, τις σκάλες, το μπαλκόνι και τις αυλές του σπιτιού του Δρόσου, το τωρινό σπίτι του Στέλιου Πυροβολικού, για να ακούσουν τα κακά μαντάτα για την έναρξη της μαύρης σκλαβιάς του ελληνικού λαού. Παιδάκι εγώ τότε, παρακολουθούσα από την ταράτσα του σπιτιού του παππού μου, Ζάννου Λακιού, την κοσμοσυρροή χωρίς να συνειδητοποιώ την ουσία των γεγονότων.
Το πρώτο ραδιόφωνο, ωστόσο, το έφερε στην Ικαριά πριν από τον πόλεμο ο Βαγγέλης Κόχυλας, μηχανικός του Εμπορικού Ναυτικού από τις Ράχες. Το είχε φτιάξει ο ίδιος και δούλευε με μπαταρίες που φόρτιζαν από δυναμό. Για να αρχίσει το δυναμό να παράγει ρεύμα χρειαζόταν κάποιος να γυρίζει τα πετάλια ενός ποδηλάτου για αρκετές ώρες. Το ραδιόφωνο αυτό αρχικά το είχε εγκαταστήσει σε κάποιο καφενεδάκι στις Καρυδιές (Καρές) των Ραχών και συγκεντρώνονταν από τα γύρω χωριά για να ακούσουν το “κουτί που μιλούσε”. Το γεγονός αυτό ήταν και η αιτία που ο Βαγγέλης Κόχυλας έχασε το όνομα του, όλοι τον έλεγαν «Ράδιο».
Το Ραδιόφωνο αυτό, μαζί με το δυναμό-ποδήλατο έτυχε να το δω στην αρχή της κατοχής στο πατρικό μου σπίτι στον Άγιο Κήρυκο. Το πήρε ο πατέρας μου από το σπίτι του Κόχυλα που βρισκόταν στο Ξυλοσύρτη και το προώθησε σε κάποιο χωριό, σε οργάνωση του Ε.Α.Μ. Από το ραδιόφωνο αυτό το Ε.Α.Μ. έπαιρνε τις ειδήσεις και τα πολεμικά ανακοινωθέντα που μετέδιδε σε βραχέα κύματα η ελληνική εκπομπή του Λονδίνου. Κάποιος στη συνέχεια, έγραφε τις ειδήσεις σε γραφομηχανή και τις προωθούσε σε κάθε ικαριώτικο χωριό.»
Τον Δεκέμβριο του 59 αγόρασα, με δέκα γραμμάτια των διακοσίων πενήντα δραχμών, ένα τρανζίστορ Philips. Υπολογίζω ότι τα χρήματα ήταν περισσότερα από έναν μισθό ενός καθηγητή με είκοσι χρόνια υπηρεσία και τέσσερα παιδιά. Θυμάμαι ότι ήταν Δεκέμβριος διότι ξενύχτησα ακούγοντας διάφορους σταθμούς, περιμένοντας να ακούσω τα κάλαντα αλλά μάταια· ήμουν στα βραχέα ενώ έπρεπε να άκουγα στα μεσαία. Τα ονόματα των πόλεων στο πράσινο καντράν με είχαν μαγέψει (βλ. πάνω φωτογραφία), τα είχα μάθει απέξω και ανακατωτά και ήξερα να τα βρίσκω και στον χάρτη. Από τότε δεν θυμάμαι το εαυτό μου χωρίς να ακούω ραδιόφωνο.
Τα χρόνια των φροντιστηρίων, και με τη βοήθεια κάποιων προοδευτικών καθηγητών φυσικής στου Μανωλκίδη έγινα ''push-pull'', όπως λέγονταν τότε οι ραδιοερασιτέχνες που έφτιαχναν ραδιόφωνα και ερασιτεχνικούς σταθμούς μόνοι τους. Κάποια χρόνια αργότερα, τα καλοκαίρια, ο γιος μου ο Ηλίας με την παρέα του, λειτούργησαν στο Παράλιο Άστρος τον πειρατικό σταθμό ''Γιατί FM''.
Τα πράγματα με το ραδιόφωνο έχουν αλλάξει πολύ. Ακούω ραδιόφωνο από το ίντερνετ, αλλά και έχουν τα ίδια μείνει. Στην Ικαρία, και όχι παντού, ακούγεται μόνο ένας κρατικός ραδιοφωνικός σταθμός, πολύ μπλα μπλα, κάποια νέα, αθλητικά, εκκλησία, μουσική και κάποια τοπικά νέα από το Αιγαίο. Γιατί να μην ακούγεται και στην Ικαρία το Πρώτο, το Δεύτερο, το Τρίτο πρόγραμμα; Ακούγεται όμως ένα τρίτο πρόγραμμα από τη Σμύρνη...
Μάκης Φουντούλης
makfou@otenet.gr
Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις του Μάκη Φουντούλη.