Τα τελευταία δέκα, δεκαπέντε χρόνια, η θάλασσα μπροστά στον Αρμενιστή ως πέρα στο Λιβάδι, «κοσμείται» καθημερινά από λωρίδες άσπρου αφρού. Οι λωρίδες είναι συνήθως μικρού πλάτους αλλά μεγάλου μήκους, που φτάνει τα 50 με 100 μέτρα, όπως μαρτυρά και η φωτογραφία. Είναι τόσο έντονες που διακρίνονται από πολύ μακριά και κινούνται αργά, παράλληλα με την ακτή. Παλιότερα τέτοια εικόνα δεν είχαμε αντικρίσει. Και αυτό αποτελεί μια πρώτη ένδειξη ότι δεν πρόκειται για «φυσικό φαινόμενο» όπως αναπαράγουν πολλοί ντόπιοι στις συζητήσεις τους, μάλλον για να καθησυχάσουν τον εαυτό τους -αλλά και γιατί δεν μπορούν να δεχτούν ότι η φύση στην Ικαρία έχει αλλάξει, με υπαιτιότητα του ανθρώπου.
Πότε ξεκίνησε τόσο έντονη, επίμονη, καθημερινή η παρουσία των αφρών δεν μπορώ να πω, σίγουρα όμως μετά το 2000. Η εικόνα της θάλασσας δε σβήνει εύκολα από τη μνήμη. Θυμάμαι για παράδειγμα (και θα θυμούνται οι περισσότεροι) εκείνη τη σύντομη περίοδο, τέλη της δεκαετίας του ‘70, αρχές του ‘80, που δε μπορούσαμε να κολυμπήσουμε γιατί τα νερά είχαν κυριεύσει οι τσούχτρες. Ξυπνούσαμε κάθε πρωί με την αγωνία «έχει σήμερα;». Έπειτα οι τσούχτρες εξαφανίστηκαν από την Ικαρία και όλο το Αιγαίο και για μια εικοσαετία απολαμβάναμε το μπάνιο μας χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα.
Μηχανισμός
Και ξάφνου οι άσπρες λωρίδες. Πώς δημιουργούνται; Ο μηχανισμός είναι γνωστός. Όταν αναδεύσουμε έντονα το νερό, θα σχηματιστούν φυσαλίδες που θα σπάσουν αμέσως. Αντίθετα, αν το νερό έχει πχ. απορρυπαντικό, τότε οι φυσαλίδες θα είναι περισσότερες και θα έχουν μεγάλη διάρκεια. Αυτό οφείλεται στην ιδιόμορφη κατασκευή των χημικών μορίων του απορρυπαντικού, με το ένα άκρο τους να προσανατολίζεται στο νερό και να σχηματίζει ένα λεπτό σφαιρικό «φιλμ» που παγιδεύει τον αέρα. Το άλλο άκρο τους προσανατολίζεται στα λίπη και έλαια, και γι' αυτό τα χρησιμοποιούμε για να καθαρίσουμε τα χέρια, τα ρούχα ή τα πιάτα μας.
Το θέμα μας όμως δεν είναι ο μηχανισμός του αφρισμού, αλλά ποια είναι η πηγή των χημικών με τη συγκεκριμένη ιδιότητα, στη θάλασσα του Αρμενιστή.
Μια πιθανότητα είναι τα χημικά μόρια να προκύπτουν από την αποσύνθεση μικροοργανισμών, όπως το πλαγκτόν. Στις συνηθισμένες του ποσότητες το πλαγκτόν δε θα προκαλέσει αφρισμό. Αν όμως στη θάλασσα καταλήγουν πλούσια θρεπτικά συστατικά, είτε από αποχετεύσεις είτε επειδή σε παρακείμενες αγροτικές δραστηριότητες γίνεται υπερβολική χρήση λιπασμάτων που κάποτε παρασύρονται από τη βροχή, τότε το πλαγκτόν πολλαπλασιάζεται ανεξέλεγκτα. Σε αυτή την περίπτωση οι συνέπειες είναι σοβαρές. Αρχικά το πλαγκτόν καταναλώνει το διαλυμένο στη θάλασσα οξυγόνο, δυσκολεύοντας την υδρόβια ζωή. Έπειτα πεθαίνει και αποσυντίθεται μαζικά απελευθερώνοντας τα δομικά του συστατικά, που έχοντας ιδιότητες παρόμοιες με των απορρυπαντικών, προκαλούν αφρισμό.
Σε κάποιες περιπτώσεις ανά τον κόσμο, η χημική και βιολογική ανάλυση του αφρού δείχνει αποσύνθεση πλαγκτόν οπότε το μήνυμα είναι καθησυχαστικό -απολύτως λανθασμένα. Ασφαλώς και είναι ακίνδυνο για τον άνθρωπο το πλαγκτόν. Άλλο είναι το ζήτημα: Γιατί πολλαπλασιάστηκε ανώμαλα; Πρέπει να αναζητηθεί, σε αυτή την περίπτωση, το αίτιο. Το θρεπτικό συστατικό που με ανθρώπινη (συνήθως) ευθύνη κατέληξε στη θάλασσα.
Αποχέτευση
Αμφιβάλλω αν στην περίπτωση που Αρμενιστή ο ένοχος είναι λιπάσματα που ξεπλένονται από τη βροχή. Δεν νομίζω ότι σε αυτή την περίπτωση το φαινόμενο του αφρισμού θα ήταν τόσο έντονο το καλοκαίρι και θα είχε τέτοιο, τοπικό χαρακτήρα.
Η εκτίμησή μου είναι ότι, εφόσον πρόκειται για πλαγκτόν που αποσυντίθεται, τα θρεπτικά συστατικά οδηγούνται στη θάλασσα από τις αποχετεύσεις. Η άλλη πιθανότητα είναι ότι δεν πρόκειται για πλαγκτόν, αλλά για απορρυπαντικά προερχόμενα πάντως από την ίδια πηγή, τις αποχετεύσεις.
Ποια είναι η κατάσταση του αποχετευτικού στον Αρμενιστή; Ο πυρήνας του χωριού, οι παλιός οικισμός, διαθέτει δίκτυο που καταλήγει στη μονάδα επεξεργασίας λυμάτων. Λειτουργεί αυτή ικανοποιητικά; Την απάντηση οφείλουν να δώσουν η αρμόδια αρχή λειτουργίας (ο Δήμος) και ελέγχου (η Περιφέρεια). Εύκολα μπορούν να το κάνουν, με μια τεχνική επιθεώρηση και μια σειρά αναλύσεων σε πιστοποιημένο εργαστήριο. Μια ορθή δειγματοληψία (πχ. ανά έξι ώρες για πέντε ημέρες την περίοδο αιχμής) στην έξοδο του βιολογικού και ακολούθως χημική και βιολογική ανάλυση αρκούν. Φυσικά αυτά έπρεπε να γίνονται σε μόνιμη βάση και να ανακοινώνονται στο κοινό, που έχει απόλυτο δικαίωμα να γνωρίζει.
Πέραν τούτου υπάρχει ο «νέος» Αρμενιστής, που από όσο γνωρίζω δεν διαθέτει αποχετευτικό δίκτυο. Βαδίζοντας δυτικά, στο δρόμο για το Να, βλέπει κανείς τις δεκάδες πλέον επιχειρήσεις με ενοικιαζόμενα δωμάτια που έχουν απλωθεί σε απόσταση ακόμα και ενός χιλιομέτρου από το παλιό όριο του οικισμού. Το ίδιο και προς τις άλλες πλευρές. Πρόκειται για οικιστική επέκταση ραγδαία, συγκριτικά πάντα με το μέγεθος του παλιού Αρμενιστή. Πού αποχετεύονται όλα αυτά τα κτίρια, δεδομένου ότι δεν φτάνει εκεί το δίκτυο; (Σημειώνω βέβαια, ότι και αν ακόμα κατασκευαζόταν σήμερα νέο δίκτυο ως εκεί, δεν θα επαρκούσε η υπάρχουσα μονάδα επεξεργασίας λυμάτων).
Προφανώς τα ακίνητα αυτά διαθέτουν βόθρους. Είναι στεγανοί; Αν ναι, θα έπρεπε να βλέπουμε οχήματα εκκένωσης. Οι αριθμοί δεν λένε ψέματα. Κατά κεφαλή, σε μια τουριστική επιχείρηση δωματίων, γίνεται κατανάλωση τουλάχιστον 0,3 κ.μ. νερού ημερησίως. Μιλάμε λοιπόν για εκατοντάδες κυβικά μέτρα λυμάτων κάθε καλοκαίρι. Βόθροι τόσο μεγάλοι αμφιβάλλω αν έχουν κατασκευαστεί, συνεπώς η κίνηση των οχημάτων εκκένωσης θα έπρεπε να είναι διαρκής. Και βέβαια, να επιβεβαιώνεται από το ημερολόγιο της επιχείρησης εκκένωσης, τα παραστατικά που εκδίδει και τα αντίστοιχα παραστατικά στη μονάδα εισόδου, εκεί όπου γίνεται η επεξεργασία των βοθρολυμάτων (κάποια άλλη, μεγαλύτερη μονάδα επεξεργασίας λυμάτων). Η μόνη ρεαλιστική εξήγηση είναι ότι ορισμένοι τουλάχιστον βόθροι δεν είναι στεγανοί και το περιεχόμενό τους καταλήγει μέσω του εδάφους αργά αργά στη θάλασσα, ειδικά αφού οι επιχειρήσεις είναι σε πολύ μικρή απόσταση από αυτήν. Και αυτή είναι η «καλή» περίπτωση, υπάρχουν και πιο «δραστικές» λύσεις που εύχομαι να μην χρησιμοποιούνται.
Αν η πηγή θρεπτικών που προκαλεί τον αφρισμό αποδειχθεί ότι βρίσκεται στα λύματα, είτε μέσω βόθρων είτε μέσω του δικτύου και της μονάδας επεξεργασίας, τα πράγματα είναι σοβαρά. Πέρα από την αισθητική διάσταση του προβλήματος, είναι πιθανό στη θάλασσα μαζί με κοινά και ακίνδυνα θρεπτικά, να φτάνει επικίνδυνο βιολογικό και χημικό φορτίο. Οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να ελέγξουν και να ενημερώσουν το κοινό. Αυτή είναι η δουλειά τους. Δεν νοείται να παρατηρείται επί τόσα χρόνια έντονος, καθημερινός αφρισμός, και να μην υπάρχει μια επιστημονική, τεκμηριωμένη ενημέρωση κατοίκων και επισκεπτών για την προέλευσή του.
Σηκώνει ο τόπος;
Η Ικαρία γνώρισε τα τελευταία χρόνια, ιδιαιτέρως μετά το 1990, απρόσμενα μεγάλη τουριστική ανάπτυξη. Όπως όμως συχνά επισημαίνεται, για μια τέτοια ανάπτυξη συνήθως καταβάλλεται και ο σχετικός «φόρος». Δεν θα πω στον κάτοικο ή τον ξένο επιχειρηματία «μην χτίζεις άλλα δωμάτια, δεν τα σηκώνει ο τόπος», αν εκείνος παίρνει τη νόμιμη άδεια και έχει τα μέσα να το πράξει. Οφείλει όμως, ανάμεσα σε άλλα, να τηρεί τους κανόνες για τα λύματα που παράγει. Και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του δήμου, της περιφέρειας και του κράτους οφείλουν με τη σειρά τους να το διαπιστώνουν αυτό διαρκώς.
Όσο για την τοπική κοινωνία, υποθέτω γνωρίζει ότι έχουν υπάρξει και άλλες περιοχές με ραγδαία ανάπτυξη, που όμως κατόπιν έχουν πληγεί. Σήμερα που το νησί σφύζει από επισκέπτες, κάτι τέτοιο φαίνεται μακρινό και απίθανο. Και ασφαλώς εύχομαι να μη συμβεί. Αν όμως οι αφροί επιμείνουν και οφείλονται -όπως πιστεύω- σε ανθρωπογενείς λόγους, τουλάχιστον ένα συγκεκριμένο μερίδιο των επισκεπτών της περιοχής θα αρχίσει να το σκέφτεται δυο φορές πριν επιστρέψει για διακοπές. Κανείς δεν θέλει να έχει έστω και την υποψία ότι κολυμπάει με τα παιδιά του ανάμεσα σε λύματα.
Κάθε ζημιά τέτοιας μορφής στη φήμη μια περιοχής, όταν συμβεί, ανατρέπεται πολύ δύσκολα. Ας το σκεφτούν όσοι έχουν την υποχρέωση και ας πράξουν αναλόγως.
Νίκος Αλμπανόπουλος, Χημικός
Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις από τις φιλοξενούμενες πένες.