Από μικρή θυμάμαι τις θείες μου να ανταλλάσουν, πέρα από πιάτα με κουλουράκια και διάφορα πεσκέσια, κάτι μπουκαλάκια διαφανή με ένα κόκκινο ζουμί μέσα στο οποίο … επέπλεαν και «διάφορα» … Μετά από ‘κει … άρχιζε η αιώνια κουβέντα των συνταγών…

Έμοιαζε σαν να βγήκε από την γη. Άρπαξε τα κλαδιά και τα φύλλα μπροστά της και τα κόλλησε με δύναμη στο πρόσωπό της τρίβοντάς τα με μια φυλακισμένη ηδονή.

Στις αρχές του προηγούμενου  Σεπτέμβρη, μετά από  όλη την βαβούρα του καλοκαιριού, βρέθηκα ένα απόγευμα στο Καραβόσταμο.

Είχε αρχίσει από μέρες  να βρέχει, αλλά δεν είχα  καταλάβει μέχρι εκείνο το απόγευμα ότι έμπαινε ο χειμώνας. Οι τουρίστες ήταν ακόμη αρκετοί και η παραλία τα πρωινά είχε κόσμο.

Βρέθηκα λοιπόν να περιμένω για αρκετή ώρα μέσα σε ένα αυτοκίνητο.

Η ώρα περνούσε και άρχισε να σουρουπώνει για τα καλά. Έξω έκανε κρύο πια και η θάλασσα λυσσομανούσε. Οι ψαράδες έτρεχαν να βγάλουν τις βάρκες από την θάλασσα. Άρχισε να φυσάει και να ψιχαλίζει. Άναψαν και τα φώτα στο γεφυράκι.

Σελίδες

ikariastore banner