Απόβροχα

Ικαριώτες κι οι δυο, αλλά μόλις συστηθήκαμε. Μιλήσαμε λίγο για τα χωριά μας και μετά σωπάσαμε. Η Μαρία, κοινή μας φίλη, Αθηναία, που επισκέπτεται το νησί μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες, μας έκανε τα γνωστά παράπονα για τους σκηνίτες που γέμισαν τις παραλίες φέτος και για το μποτιλιάρισμα στα πανηγύρια.

Ξαφνικά, εκείνος με κοιτάζει μ’ ένα ύφος κάπως συνομωτικό...
-Ήβγανε φέτος; με ρωτάει. Ήκουσες τίποτα;
-Εεεε; Μπα, εν ήβρεξε αρκετά ακόμα. Θα το μάθαινα.
-Ποιοι καλέ; ρωτάει η Μαρία. Με τη βροχή μπαίνουνε μέσα, δε βγαίνουνε.

Κοιταχτήκαμε ξανά και χαμογελάσαμε σα να γνωριζόμαστε χρόνια.
-Είσαι σίγουρη; Γιατί στις Ράχες βγαίνουνε νωρίς, μου λέει.
-Στις Ράχες; Από πότε, καλέ, βγαίνουνε νωρίς στις Ράχες; Άλλο πάλι κι αυτό! Θα με τρελάνετε; συνέχισε η φίλη μας όλο απορία.
-Ξέρω και γω... Πάντως σε μας δε φανήκανε, του απαντώ. Κάποιος θα με ειδοποιούσε. Εκτός και αν... Ίσως στο Πλακωτό;
-Κάτσε, θα πάρω τη θεια μου... Θα ξέρει σίγουρα.

Σχηματίζει τον αριθμό, περιμένει αρκετή ώρα... Ο λόγος του γίνεται ακόμη πιο αργόσυρτος.
-Εεεε, καλησπέρα.  Ίντα κάνετε; Καλά ούλοι; Εεεε, ο Νικόλας είμαι. Καλά, ναι. Ε, άμε... Για πες, ήβγανε εφέτος, για ακόμα; Γιατί μου λένε πως εν ήβρεξε και ηργήσανε να φανούνε. Αααα, ναι... Αααα, πάνω ψηλά... Έχε το νου σου άμα φανούνε και πιο κάτω, α μου κάμεις ένα τηλέφωνο για να μπω στο καράβι. Εεεε, καλά. Χαιρετισμούς να δώκεις. Α τα πούμε τότες από κοντά, άμα έβγουνε.

-Δηλαδή όταν βγαίνουνε αυτοί, εσύ παίρνεις το καράβι και πας κάτω; Τι γίνεται; βάζει τις φωνές η Μαρία.
-Τι σου ‘πε; Ηφάνηκε κανένας; ρωτάω με αγωνία τον Νικόλα.
-Λίγοι στις Βαθές. Ε, α κάμουμε υπομονή λίγο ακόμα κι ύστερα α κατέβουμε.
-Πας κι εσύ στο νησί για να βρεις αυτούς που εμφανίζονται μετά από τη βροχή; με ρωτά η φίλη μας μ’ ένα ύφος σα να έχει να κάνει με πανηλίθιους.
-Ανελλιπώς, κάθε χρόνο απόβροχα.
-Και τι κάνετε μ’ αυτούς, ρε παιδιά, και αξίζουν τόσες ώρες ταλαιπωρίας;
-Δε ξέρω ακριβώς. Έχει να κάνει με το γούστο του καθενός. Εγώ τους κάνω με αλεύρι στο τηγάνι. Ειδικά τους χοντρίτες.
-Τιιι;;; Ποιους;;
-Α, δεν έχεις δίκιο, μου λέει ο Νικόλας, στα κάρβουνα είν’ η νοστιμιά.
-Κι εγώ θα σας κάνω με τα κρεμμυδάκια, άμα δε μου εξηγήσετε...
-Μπράβο, ρε Μαρία. Και με τα κρεμμυδάκια είναι τέλειοι!
-Και ντοματούλα. Ναι, ρε συ, αλλά οι κουμαρίτες.
-Α, και τ΄ακισαριτάκια είναι καλά...

-Λοιπόν, πάω να βάλω λίγο κρασί, μπας και συνέλθω... Μου σπάσατε τα νεύρα!
-Αααα, και με κρασάκι πάνε τέλεια, λέμε με μια φωνή κι οι δύο.

Κάτι μας εκσφενδόνισε, δε θυμάμαι τι, ο νους μου ήταν ήδη στα ρουμάνια...

Δέσποινα Σιμάκη
desikaria@yahoo.gr

Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις της Δέσποινας Σιμάκη.

ikariastore banner