Ηλιοβασίλεμα θα' ναι. Σούρουπο. Στην «ταράτσα» του Καλάμου. Στο πανηγύρι "του Χριστού"! Με τον πράμνιο ίσα να κοχλάζει τη φαιά μου καθώς νωχελικά κρεμιέσαι πάνω μου προσμένοντας από το -άρτι αφηχθέν στο νησί- σώμα μου, που βαθιανασαίνει σαν ψάρι που το ρίξαν πάλι μέσα στο νερό, να σε οδηγήσει στα 4/4 του άσματος κι έτσι να πορευτούμε … ολόκληροι!
Βράδυ Αυγούστου. Στο μεγάλο βράχο του μόλου, ξαπλωμένοι δίπλα δίπλα να ακουμπούν μόνο τα δάχτυλα μας. Μπόλικη η αμηχανία, λιγοστό το φως. Τα μάτια βλέπουν περίεργα σχήματα μέσα στο σκοτάδι. Από μακριά η μουσική και οι θόρυβοι των Καφενέδων. Ζαλίζομαι. Φταίει και το τσιγάρο. Μόνο εγώ καπνίζω. Το στόμα στυφό, καταπίνει τα λόγια άφωνα, άμαθο ακόμα στο αλφάβητο μιας τέτοιας λαχτάρας.