Πούντα

Πουτάνες τύχες· πουτάνες πέτρες.

Πέτρες. Η μια στην άλλη πάνω - κάτω και πλαγίως. Δεξιά - αριστερά ποτές, κόβονται μόνο κατάκορφα, μπαίνεις σ’ αυτές τις πέτρες, μέσα τους, και διαβάζεις ιστορίες αθρώπων. Μιλιούνια, ένα σακί, ένα κλαδί του Ράντη στην πλάτη, άργιος· νομίζουν τους ξεχάσαμε σκύλε, όχι ρε, δεν το κατάλαβες καλά το θέμα: στο ίδιο το μνημόσυνο είμαστε πελάτες.

Εντάξει, εδώ που τα λέμε αλλάζουν οι άνθρωποι και οι συνθήκες -όχι όμως οι συνήθειες-. Καταλαβαίνεις τί λέω; Ότι πέραν αυτού του εγωιστικού γονιδίου που έμφυτα καλλιεργεί ο άνθρωπος, πως δηλαδή μόνον γι’ αυτόν όλα, μόνο στην εποχή του, μόνο στις ζωές των διπλανών του, συμβαίνει να υπήρξαν και να υπάρχουν κατάκορφες πέτρες, περνάει τόσο νερό και τόσο οξυγόνο μέσα τους που δε θα στεγνώσουνε όταν ακόμα είμαστε οι στάχτες του. Είναι η αλήθεια. Είδε η Πούντα αντάρτες και χωροφυλάκους, βασανιστήρια και φονικά. Είδε ταχυδρόμους να βαστάνε κοφίνια σύκα να τα πουλάνε, με τα πόδια, από Άγιο σε Δάφνη. Είδε παπουτσοκρύφτες και Μαγγανιώτες που χτίσανε το Μαγγανίτη για μια καλύτερη ζωή και Κοσσοικιώτες να τραβάνε καθημερινά την Πούντα για έναν κήπο στη έξω Πλαγιά. Είδε ανεμοτάφια. Είδε εσένα, σούρα πρωινιάτικο, να γυρίζεις, χώμα ακόμα ακόμα ο δρόμος, από το πανηγύρι. Σούρα πρωινή, τρείς οργιές ο ήλιος, πανγαία και πανθάλασσα, μύστης της Τηθύος και στην αμπάριζα που παίζει να σε γελά και να σε ξεγελά.

Δε θα στεγνώσουνε ποτέ αυτές οι πέτρες· ψακί. Και δε μετριέται τίποτα σαν να σκουριάζει τα γρανάζια. Δικαίωσε ο τόπος τους φυσικούς, πως αυτά που αγαπάς δεν μετριάζονται, πόσο μάλλον και να μετρηθούν. Οι φόβοι, ο χρόνος, και η ταχύτητα στη ρόδα σου να περάσεις το βουνό να χαλβαδιάσεις.

Ξέρεις τί είναι η Πούντα για μένα; Το χέρι που σου βαστά τον ώμο άμα χορεύεις, το χέρι που ενώνει δυο κόσμους ολόιδιους.  Ένα ξημέρωμα πάνω σε μηχανάκι που καίει λάδια· και η θάλασσα μπονάτσα. Να ανοίγεις τις ποργιές για ένα παλιό αγροτικό, Κυριακές μεσημέρια με μπακαλιάρο, μάτσι και πάστα . Συνοδός σε κηδεία. Και τώρα που το περνάω να σε βρω.

Πουτάνες τύχες.

Νικόλας Κουντούπης
paraxrantoos@gmail.com

ψακί = δηλητήριο
μάτσι = Χειροποίητα μακαρόνια
πάστα =  Σούπα μακαρονιών

Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις του Νικόλα Κουντούπη.