Στοχευμένες σκέψεις γύρω από την αγροτική ανασυγκρότηση της Ικαρίας
Με αφορμή τα πρόσφατα σεμινάρια του κέντρου δια βίου μάθησης του δήμου Ικαρίας, με ποικίλη θεματολογία όπως “αστικοί” λαχανόκηποι και νέες “εναλλακτικές” καλλιέργεις ( ιπποφαές, στέβια) επανήλθαν στο μυαλό μου σκέψεις σχετικά με την ολική έλλειψη σχεδιασμού της αγροτικής παραγωγής της Ικαρίας που αντανακλάται και στη μνημειώδη αστοχία των θεματικών των παραπάνω σεμιναρίων. Όπως άλλωστε στους περισσότερους τομείς της κοινωνικής ζώης του νησιού και στον αγροτικό τομέα λείπει κάθε είδους στρατηγικός και μακροπρόθεσμος σχεδιασμός σε τοπικό επίπεδο. Απουσιάζει εκκωφαντικά ένα δημιουργικό σχέδιο, που θα μπορούσε να ξαναδώσει πνοή στο νησί. Ένας ανθηρός αγροτικός τομέας με θετικό περιβαλλοντικό πρόσημο, μακριά από την αδιέξοδη χημικά ελεγχόμενη μονοκαλλιέργεια, με πολλαπλά κοινωνικά ωφέλη και δεκάδες θέσεις εργασίας.
Θα πει κάποιος, ο αγροτικός κλήρος του νησιού ειναι μικρός και δύσκολος, δυσχεραίνοντας τη δυνατότητα αξιοπρεπούς βιοπορισμού.
Θα επιχειρήσω λοιπόν να εξηγήσω πώς αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό του αγροτικού κλήρου της Ικαρίας, θα μπορούσε να μετατραπεί σε συγκριτικό πλεονέκτημα, οδηγώντας σε μικρής κλίμακας παραγωγή αγροτικών προϊόντων, με σαφή διακριτότητα και μεγάλη προστιθέμενη αξία ακόμη και στη διεθνή αγορά τροφίμων. Μία τάση στη διεθνή γεωργία που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί σε επίπεδο νησιού και ταιριάζει στο μοντέλο της πολυτεμαχισμένης αγροτικής γης, είναι η μέγιστη δυνατή αξιοποίηση του μικρού αγροτικού κλήρου με συστήματα συγκαλλιεργειών ή πολυκαλλιεργειών. Βασισμένα σε μεθόδους βιολογικής, βιοδυναμικής ή και φυσικής καλλιέργειας θα προσέφεραν μοναδικά σε ποιότητα τρόφιμα διεθνούς αναγνώρισης, καθώς αυτές οι τεχνικές “χτίζουν” γόνιμο έδαφος που αντανακλάται στην θρεπτική αξία των τροφών που παράγονται.
Ένα εξωστρεφές και δραστήριο τοπικό γραφείο αγροτικού σχεδιασμού, συμβουλευτικής και εκπαίδευσης με ανοικτά μάτια και αυτιά σε ότι πρωτοποριακό και ποιοτικό εφαρμόζεται σε διάφορες χώρες, θα μπορούσε να διαδραματίσει το κεντρικό ρόλο σε αυτή τη σημαντική προσπάθεια. Η οργανωμένη συνεταιριστική παραγωγή καινοτόμων αγροτικών προϊόντων θα μπορούσε να αξιοποιήσει και να εντείνει το μικρό μεταναστευτικό ρεύμα νέων προς το νησί, που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια και να προσελκύσει νεανικό πληθυσμό αξιοποιώντας π.χ. τα εγκαταλελειμένα αγροκτήματα σε ολόκληρο το νησί, ενθαρύνοντας και το ντόπιο αγροτικά ενεργό πληθυσμό να συμμετέχει σε ένα ριζικό ανασχεδιασμό της αγροτικής παραγωγής του νησιού.
Μια πολύ συγκεκριμένη πρόταση με εξαιρετική προοπτική λοιπον θα μπορούσε να είναι η ακόλουθη:
Οι ελαιώνες του νησιού είναι σε αρκετό βαθμό εγκαταλελειμένοι, πολλοί καλλιεργούνται ελάχιστα ή περιστασιακά, κατορθώνοντας παραγωγές κατώτερες του δυναμικού τους, ενώ το υπόλοιπο καλλιεργητικό έτος δεν χρησιμοποιούνται, εκτός από οικιακούς λαχανόκηπους. Το αποτέλεσμα είναι εκατοντάδες στρέμματα, καλλιεργήσιμης γης να “καίγονται” από τον καλοκαιρινό ήλιο και να φτωχαίνουν κατά τη διάρκεια της περιόδου ξηρασίας που έχουμε συνήθως από το Απρίλη - Μάη έως το Σεπτέμβριο - Οκτώβριο. Σπαταλώνται στην ουσία με αρνητικό αντίκρυσμα για το φυσικό περιβάλλον και τις ανθρώπινες ανάγκες ( τροφή, στέγη, εργασία κ.α. ). Ωστόσο θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν διαφορετικά παράγοντας και άλλα προιόντα (ετήσιες καλλιέργειες) προσφέροντας ταυτόχρονα βελτιωμένη παραγωγή λαδιού και χτίζοντας γόνιμο έδαφος με τη μέθοδο της συγκαλλιέργειας, πραγματοποιώντας την καλύτερη δυνατή επένδυση για το αγροτικό παρόν και μέλλον της Ικαρίας
Η καταγραφή των ακαλλιέργητων ελαιώνων και η εκπόνηση ενός σχεδίου δράσης θα μπορούσε να αναβαθμίσει το αγροτικό μας γίγνεσθαι. Σπορές με λούπινο μετά το τέλος της ελαιοσυγκομιδής, θα πρόσφεραν ένα επιπλέον εισόδημα στους καλλιεργητές, δημιουργώντας μια αειφορική αγροτική διαδικασία όπου σε ένα κτήμα έχουμε πάνω από μια παραγωγή σε μορφή συγκαλλιέργειας, που δεν ξεζουμίζει αλλά βελτιώνει κιόλας το έδαφος, καθώς το λούπινο ως ψυχανθές δεσμεύει το άζωτο της ατμόσφαιρας ενεργώντας φυσική αζωτούχα λίπανση
Μια συγκαλλιέργεια λοιπόν Ελιάς - Λούπινου θα μπορούσε να αποτελέσει το έναυσμα μιας αγροτικής μεταρρύθμισης για την Ικαρία, αξιοποιώντας ποικιλίες λευκού ή κίτρινου λούπινου, που υπάρχουν με σχεδόν μηδενική περιεκτικότητα σε αλκαλοειδή, οι οποίες δικαίως ονομάζονται «γλυκές». Οι πικροί αυτοφυείς πρόγονοι αυτών των ποικιλιών συναντώνται ευρέως στο νησί με 5 τουλάχιστον είδη που μπορεί να βρει κανείς στην ικαριακή φύση, αποδεικνύοντας ότι ζούμε σε ένα εξαιρετικά κατάλληλο τόπο για αυτή την καλλιέργεια.
Υπέρ μιας τέτοιας κίνησης που θα αξιοποιήσει τις δυνατότητες της Ικαρίας για παραγωγή λούπινων συνηγορούν πλήθος λόγοι: η ασυνήθιστα μεγάλη περιεκτικότητά τους σε πρωτεΐνη (μέχρι 40%), η θεαματική τάση ανόδου στη χρήση τους παγκοσμίως, η ευκολία με την οποία μετατρέπονται σε θρεπτικές τροφές, η ανακήρυξή τους από αρκετούς επιστήμονες ως η «σόγια του μέλλοντος», η ικανότητά τους να αζωτοδεσμεύουν και να λιπαίνουν έτσι με φυσικό και ανέξοδο τρόπο τα χωράφια, η υψηλή, τέλος, στρεμματική απόδοση της καλλιέργειάς τους (από 200 ως 500 κιλά).
'Ενας δραστήριος και εξωστρεφής τοπικός συνεταιρισμός με ενα σύγρονο μεταποιητήριο – τυποποιητήριο θα μπορούσε να εξασφαλίσει την απορρόφηση της ετήσιας παραγωγής όλων των μελών του δημιουργώντας πρότυπα προϊόντα υγιεινής “μακροβιοτικής” διατροφής, γεφυρώνοντας το φυσικό πλούτο του νησιού, τη προστασία και βελτίωση της καλλιεργήσιμης γης και τη ανάγκη των νέων της περιοχής για αξιοπρεπή εργασία και προκοπή. Εκτός από τις δεκάδες θέσεις εργασίας που θα προέκυπταν στην καλλιέργεια, συγκομιδή, μεταποίηση, τυποποίηση, προώθηση και πώληση των προϊόντων, θα είχαμε πολλαπλά οφέλη και στον τομέα του αγροτουρισμού, δημιουργώντας ένα αειφόρο πρότυπο αγροτικής παραγωγής, που θα προσέλκυε πλήθος επισκεπτών.
Χώρες όπως η Αυστραλία, η Ολλανδία και το Βέλγιο παράγουν πλήθος τροφίμων με βάση το λούπινο. Καλύπτουν ένα μεγάλο κενό στη παγκόσμια διατροφή που αναζητά ποιοτικά τρόφιμα φυτικής προέλευσης με μεγάλη περιεκτικότητα σε πρωτεϊνες, καθότι η εναλλακτική πηγή πρωτεϊνης, η σόγια, αποδείχθηκε ότι είναι επικίνδυνη για το περιβάλλον αλλά και την υγεία, καθώς στο μεγαλύτερο μέρος της είναι πια γενετικά τροποποιημένη. Στο εξωτερικό σήμερα κυκλοφορούν ψωμιά, γλυκίσματα και ζυμαρικά, «γάλατα» και «γιαούρτια», που γίνονται ανάρπαστα από τους οπαδούς της υγιεινής διατροφής, όλα φτιαγμένα από το ταπεινό λούπινο, το οποίο στην αρχαία Ελλάδα και Ρώμη προοριζόταν μόνο για τροφή των φτωχών. Ενδεικτικά από το σπόρο του λούπινου παράγονται αλεύρι, φύτρα, ζυμωμένα τρόφιμα, ποτά υψηλής πρωτείνης και ενέργειας, σνακ και έτοιμα γεύματα, γαλακτοκομικά προϊόντα όπως παγωτό και προβιοτικά, ψημένα τρόφιμα όπως παξιμάδια, κέικ και μπισκότα, νιφάδες, καφές, μπιφτέκια, φιλέτα, λουκάνικα λούπινου κ.α. Οι δυνατότητες είναι πολλαπλές και η σύμπραξη με ένα τμήμα τεχνολογίας τροφίμων ενός ελληνικού πανεπιστημίου π.χ. Πανεπιστήμιο Αιγαίου θα μπορούσε να παράξει την απαιτούμενη τεχνογνωσία. Το λούπινο αποτελεί επίσης εξαιρετική πρώτη ύλη για παραγωγή ζωοτροφής, που θα έδινε μια μεγάλη ανάσα στην κτηνοτροφία του νησιού που εξαρτάται πλήρως από την εισαγωγή ζωοτροφών, ενώ αποτελεί και εξαιρετικό μελισσοκομικό φυτό, προσφέροντας γύρη.
Αν όλα αυτά σας φαίνονται πολύπλοκα, ρωτήστε κάποιο γηραιότερο για τις αναμνήσεις του περί λούπινου. Δοκιμάστε φέτος να μαζέψετε λίγα αυτοφυή λούπινα να τα ξεπικρίσετε, να τα βάλετε σε άλμη ή λαδόξυδο, να τα αποξηράνετε, να τα μαγειρέψετε σαν όσπρια, να τα αλέσετε και να κάνετε λίγο αλεύρι ή μείγμα για πεντανόστιμα μπιφτέκια με μυρωδικά, να τα κεράσετε σε φίλους, επισκέπτες, πελάτες σας, σε εστιατόρια και καφενεία το καλοκαιράκι και εντωμεταξύ ίσως βρεθούν καμιά χούφτα ονειροπόλοι αγρότες να το τολμήσουν. Όσο για το ιπποφαές και τις λοιπές “εναλλακτικές” καλλιέργειες, που έρχονται και παρέρχονται στη μόδα, να θυμάστε ότι τα βουνά και τα ρέμματα του νησιού μας είναι προικισμένα με δέντρα και θάμνους που μας χαρίζουν καρπούς εφάμιλλης αν όχι ανώτερης διατροφικής αξίας απλά τα σνομπάρουμε ή αγνοούμε ακόμη και την ύπαρξη τους.
Αυτός ο τόπος δεν έχει πολλά εφόδια για να στηρίξει θα έλεγε κανείς το μέλλον των κατοίκων του, στη συνείδηση των περισσοτέρων είναι “φτωχός”. Το αντίθετο, έχει αστείρευτο πλούτο ακριβώς γιατί παραμένει “σχετικά” παρθένος και άγνωστος για πολλούς από τους κατοίκους του. Αρκεί να βγάλουμε τα παραμορφωτικά γυαλιά των ψευδών διαχωρισμών, να αντιληφθούμε έστω και λίγο τον φυσικό του πλούτο και να οργανώσουμε απο κοινού το μέλλον μας με μοναδικό κριτήριο τη συλλογική ευημερία και ευτυχία της παρούσας και των μελλοντικών γενεών που θα το κατοικήσουν.
Λευτέρης Τρικιριώτης
metroindian@yahoo.gr
Διαβάστε τις ελεύθερες πτήσεις από τις φιλοξενούμενες πένες.