Μια βολά* κι έναν καιρό (μπας και σας πείσω ότι είναι φανταστική η ιστορία, παραμυθάκι σα να λέμε), κάπου μέσα στις πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα, η Νικαριά, όπως και τ’ άλλα νησιά του Αιγαίου και η υπόλοιπη Ψωροκώσταινα, βρισκόταν σε πειρατικό κλοιό.

Στο πανηγύρι του Χριστού.
-Χορεύουμε;
-Μπα, δεν έχω όρεξη τώρα…

Η μεσήλικας ζωγράφος από την Ικαρία, έχει γίνει παγκοσμίως γνωστή γιατί στα έργά της απεικονίζει με έναν ιδιαίτερο τρόπο τα άκρα και τα μέλη του ανθρώπινου σώματος. Ο νεαρός, έκλεισε ραντεβού μαζί της, με αφορμή την έκθεσή της που εκείνες τις μέρες φιλοξενούσε μια γκαλερί των Αθηνών

Άντε πάλι τα ιδία με αυτό το μονοπάτι. Όσα χρόνια κι αν έχουν περάσει, δεν το περπατώ ποτέ μονή μου το βράδυ για να βγω στην πέρα γειτονιά η στον αμαξωτό. Σ' εκείνο ειδικά το σημείο που είναι το ρέμα, είναι που φοβάμαι περισσότερο. Κάθε φορά ζωντανεύουν στο μυαλό μου οι ιστορίες εκείνες με τις Καλομοίρες που το είχαν κάνει κέντρο διερχομένων…

Εκτός από ιστορίες με φαντάσματα που τις βγάζω από το μυαλό μου και τις πλασάρω για κανονικές, ξέρω και μερικές αληθινές που μου τις έλεγε η γιαγιά μου όταν στο σπίτι είχαμε φακές και πήγαινα να τη βρω για να μου φτιάξει αυγοφέτες.

Ο Σουφλιάς είχε κάποτε τον καφενέ στο Καραβόσταμο, εκείνον που στέκει ακόμη πλάι στις βάρκες στο γιαλό, ο κοντινότερος στο φλοίσβο. Είχε και μια καλότατη, αγαθή γυναίκα, είχε και παιδιά πολλά, ορφανά, που τα μεγάλωνε ο ίδιος χωρίς τίποτα να τους λείψει. Είχε κι ένα πνεύμα μοναδικό, του ‘ρεσε να περιπαίζει, να κουρντίζει τους ανθρώπους.

Τις τελευταίες μέρες βήχω τρισάθλια και προβληματίζομαι κάπως· όχι γιατί κινδυνεύει η υγεία μου ή κάτι τέτοιο αλλά επειδή διάβασα στις ειδήσεις ότι μια βουλευτής αναφέρθηκε σε αυτούς του ξένους, τους μετανάστες (υπάνθρωποι και τρισάθλιοι, λέει), που κουβαλάνε ποιος ξέρει τι αρρώστιες.

Την ιστορία την άκουσα στον Κακαρόκαμπο. Αυτό το περίεργο όνομα έχει ένα πανέμορφο οροπέδιο στο κέντρο του νησιού. Γύρω-γύρω πανύψηλα πεύκα και στη μέση μια όαση που έχει όλο τον πλούτο της γης. Μελίσσια, αμπέλια, ελιές, κήπους κι ένα μικρό σπιτάκι στη μέση με τους πιο φιλόξενους ανθρώπους. Πάω για ν’ αγοράσω μέλι, κυρίως όμως για ν’ απολαύσω μοναδικές στιγμές χαλάρωσης.

Μπορεί να έχει το κάθε χωριό της Νικαριάς το καφενεδάκι του για να «καφενεδίζει». Ο Γλαρέδος τον καφενέ του Λιάρη, και πιο παλιά τον ένδοξο εκείνο του Φίλιππα και της Ελένης, και τα άλλα χωριά τον δικό τους. Επειδή από παιδί γνώριζα αυτό το καφενεδάκι, του χωριού μου, το καφενεδάκι του Καντούνη, επίθετο του Στράτου, θ’ ανοίξω έναν διάλογο μαζί σας γι αυτό.

Συνήθως στις γιορτές θυμόμαστε μόνο τα πανηγύρια και ξεχνάμε όλα εκείνα που συνοδεύουν κάποιον άγιο, την εκκλησία του ή το χωριό που τον τιμάει. Υπάρχουν αξιοθέατα αλλά και ιστορίες με μεγάλο ενδιαφέρον που δυστυχώς οδηγούνται στη λήθη. Συχνά οι ιστορίες αυτές έχουν μεταδοθεί προφορικά και πολλές φορές μπλέκουν με την υπερβολή ή το παραμύθι. Σίγουρο όμως είναι ότι ασκούν μεγάλη γοητεία και αναμφίβολα αποτελούν μέρος της παράδοσης της Νικαριάς.

Σελίδες

ikariastore banner